Ἐγκύκλιος Πάσχα 2019.

Ἐγκύκλιος Ἁγίου Πάσχα 2019, τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ. Μακαρίου.

       Ἀγαπητοί μου,

Αὐτές τίς ἡμέρες ἀκούσαμε ἀπό τά ἱερά κείμενα τῶν Γραφῶν γιά τά γεγονότα τοῦ Πάθους καί τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ. Μέσα σ᾽ αὐτά περιγράφονται πτυχές πίστεως, ἀλλά καί πτυχές ἀνθρώπινης ἀδυναμίας.

Ἀπό τίς ἐν λόγῳ πτυχές ξεχωρίζει ἡ φοβερή διαφορά τῶν ληστῶν τοῦ Γολγοθᾶ, αὐτῶν πού ἦταν «…ἐντεῦθεν καί ἐντεῦθεν…»[1]τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Ἀπό τή μιά πλευρά ὁ ἕνας ληστής πού «…βλασφημοῦσε…»[2]τόν Χριστό καί ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ὁ ἄλλος ληστής πού εἶπε στόν Ἰησοῦ «…θυμήσου με, Κύριε, ὅταν ἔλθεις στή βασιλεία σου…»[3]. Ἴδιος τόπος, ἴδιο μαρτύριο, ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἀλλά διαφορετική στάση καί ὁμολογία. Ἀπό τή μιά ὁ κορεσμός τῆς ἀνθρώπινης σκληρότητας πού δέν μαλακώνει οὔτε μπροστά στή φοβερή ὥρα τοῦ θανάτου καί ἀπό τήν ἄλλη ἡ βαθειά μετάνοια.

Καί κατά τά γεγονότα τῆς Ἀνάστασης, μεταξύ τῶν διαφόρων μαρτυριῶν γι᾽ αὐτή, ὑπάρχουν τά ἑξῆς: Ὁ Χριστός «…φανερώθηκε στούς ἕνδεκα μαθητές… καί τούς ἤλεγξε γιά τήν ἀπιστία τους καί τή σκληροκαρδία τους, διότι δέν πίστεψαν σ᾽ ἐκείνους, πού τόν εἶχαν δεῖ ἀναστημένο»[4].

Ἐπίσης,ὁ Ἀναστημένος Χριστός στούς Ἐμμαούς, δέν κατανοήθηκε ἀμέσως ἀπό τούς μαθητές Του. Εἶναι χαρακτηριστικό τί εἶπαν στόν Χριστό πρίν τόν καταλάβουν. Τοῦ εἶπαν «…ἐμεῖς ἐλπίζαμε, ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας, πού θά ἐλευθέρωνε τόν Ἰσραήλ. Ἀλλά μαζί μέ ὅλα αὐτά, πού σοῦ εἴπαμε, νά εἶναι ἡ τρίτη μέρα σήμερα ἀπό τότε πού ἔγιναν αὐτά, καί δέν εἴδαμε ἀκόμα τίποτε, πού νά δικαιολογεῖ τίς ἐλπίδες μας…»[5].

Ἀκόμα, στά Ἱεροσόλυμα ὁ Ἀναστημένος Χριστός ἐμφανίστηκε στούς μαζεμένους μαθητές Του καί οἱ μαθητές, ὅπως διαβάζουμε στήν Καινή Διαθήκη, «…ξαφνιάστηκαν, ταράχθηκαν καί κατελήφθηκαν ἀπό φόβο, διότι νόμιζαν ὅτι ἔβλεπαν κάποιο πνεῦμα…»[6].

Μαζί ὅμως μ᾽ ὅλα τά παραπάνω ὑπάρχει καί ὁ ἄλλος μαθητής, ὅπως ἀναφέρεται στά ἱερά κείμενα τῶν Γραφῶν, πού «…εἶδε καί πίστεψε…»[7].

Εἴτε, λοιπόν, στόν Σταυρό, εἴτε στήν Ἀνάσταση ἡ χάρη τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου ἐνεργεῖ πέρα καί πάνω ἀπό τίς ἀνθρώπινες συνθήκες καί ὁρᾶται μέ τά νοερά ὄμματα. Ὅποιος ἔζησε, κατά δωρεά τοῦ Θεοῦ, τέτοια ἐμπειρία ξέρει ὅτι ἡ θεϊκή φωταυγεία ἔρχεται ἀπρόσμενα καί ὄχι μέσα ἀπό ὑποκειμενικές θεάσεις, ἤ ἀπό φαντάσματα τοῦ νοῦ ἤ σέ ἄλλες περιπτώσεις ἀπό ἐπενέργεια δαιμονικῶν δυνάμεων. Ἡ πανφωτία τοῦ Χριστοῦ εἶναι πανάγιο καί ἀνεξερεύνητο μυστήριο πού φωτίζει μέ τό θάμβος Του ὁρατά καί ἀόρατα, τόν ἄνθρωπο καί ὅλη τήν κτίση.

Γιά ὅποιον εἶδε, κατά χάρη, τήν πλημμυρίδα τοῦ Φωτός, ἔστω κατ᾽ ἐλάχιστον, μέσα ὅμως ἀπό τήν ἁγιότητα τοῦ φίλτρου τῆς Ἐκκλησίας, ἔχει αὐτή τήν πλημμυρίδα ὡς τόν ἀμετακίνητο ὁδηγό κατά τήν πορεία τῆς ζωῆς καί ὡς παρηγορία κατά τίς ὧρες τῶν ποικίλων πειρασμικῶν ἀνακοπῶν πού φέρουν σκότος καί ἐπίσης τότε πού ἡ ψυχή ἄγεται καί φέρεται.

Σέ ὅποιον φανερώθηκε, κατά χάρη, ἔστω καί στιγμιαία, ἡ ἐξακτίνωση τοῦ Φωτός, βιούμενη ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, ξέρει ὅτι αὐτή δέν ἦλθε ἀπό τή βούλησή του καί ὅτι δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τίς ταλαντεύσεις τῆς ψυχῆς μέσα στό κολύμπι τῶν κτιστῶν ἤ τῶν ἀμφίβολων λογισμῶν.

Φωνάζοντας στόν Θεό, μέ πνευματικό ἀγῶνα καί μέ πλήρη βεβαιότητα, ὅπως ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης λέει στόν Μεγάλο του Κανόνα: «Σωτῆρα μου, ἂν ἐξετάσω τὰ ἔργα μου, βλέπω τὸν ἑαυτό μου νὰ ᾽χει ξεπεράσει στὶς ἁμαρτίες ὅλους τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους…»[8], ἔτσι αἰσθανόταν οἱ Ἅγιοι, τότε διανοίγεται διάπλατα ἡ δίοδος πού περνᾶ τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ.

Ὅσα συντελοῦνται ἀπό τό Φῶς πού καταυγάζει, ἐκδιπλώνονται ἀπόρρητα στά κατάβαθα τῆς ψυχῆς καί δέν διαφημίζονται. Ἐκεῖ ὅπου στοχεύει ἡ πνευματική ζωή εἶναι ἡ ἀπροσποίητη ταπείνωση, αὐτή πού διαλύει τίς ρίζες τοῦ εὐτραφοῦς ἐγωϊσμοῦ καί τῶν περιεκτικῶν ἐμπαθειῶν πού ἐκτρέφονται ἀπό τήν ἀνθρώπινη τρεπτότητα.

Ἐξ᾽ ἄλλου μή ξεχνᾶμε ὅτι, ὅπως λέει ὁ π. Αἰμιλιανός Σιμωνοπετρίτης «…ὁ Θεός κατ᾽ οἰκονομίαν προέβλεψε καί κατέστησε τόν ἑαυτό του φωτεινό ἐνέργημα, γιά νά μπορεῖ νά προσλαμβάνεται ἀπό ἐμᾶς. Ὁ Θεός ἔρχεται στά μέτρα μας. Σύμφωνα μέ τήν Παλαιά Διαθήκη, ὁ Θεός ἀπό τήν ἀγάπη του ἔπλασε τόν ἄνθρωπο κατά τό δικό του πρότυπο, δηλαδή ἱκανόν νά δέχεται τό φῶς, νά συλλαμβάνει τήν φωτεινότητά Του, τόν ἴδιον τόν Θεόν. Βεβαίως τό φῶς δέν εἶναι ἀπόρροια τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀκτινοβόλημά Του˙ ὁπότε, ἐνεργῶντας ὁ Πατήρ καί ὁ Υἱός καί τό Ἅγιον Πνεῦμα ὡς φῶς, δέν χάνεται κάτι ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ»[9].

Γι᾽ αὐτό ὅποιοι δέν κατανοοῦν ὅτι τά ἐνεργήματα τοῦ Χριστοῦ γίνονται κατ᾽ οἰκονομίαν πρός τόν θνητό ἄνθρωπο, προσπαθῶντας νά παρεμβάλουν μεταξύ τοῦ Θεοῦ καί αὐτῶν τή θέλησή τους, ἐξ αἰτίας τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας θά ἐκτραποῦν  σέ μιά ἰδέα περί Θεοῦ καί κατά συνέπεια θά ἀπομακρυνθοῦν καί ἀπό αὐτό πού κομίζει ἡ ἐκκλησιαστική ἐμπειρία, μέ κατάληξη τήν κατάπτωση στήν ἰδιωτική θρησκευτικότητα.

Ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἡ ἀλλοίωση ἀπό τή συγκλονιστική ἐμπειρία ὅτι «…τό φῶς λάμπει μέσα στό σκοτάδι καί τό σκοτάδι δέν μπόρεσε ποτέ νά τό ἐπισκιάσει…»[10]καί ἄλλο πρᾶγμα τό θρησκεύω.

Ἑπομένως, κάθε κατάσταση πού ὑποθάλπει γιά τήν Ἀνάσταση, ὁποιοδήποτε ἐντυπωσιακό ὑπερθέαμα κάποιας ἀόριστης ὑπερφυσικῆς δύναμης, μέσα σέ ἀνθισμένους κάμπους, ἐξουδετερώνει τήν κατά χάρη μετοχή στήν πασχαλινή ἐμπειρία.

Τό Πάσχα εἶναι ἕνα παρατεταμένο πέρασμα στήν Λαμπρή τῆς μετάνοιας, πού δέν συμφιλιώνεται μέ τή σκληροκαρδία καί τήν ἀπιστία. Ὅλα αὐτά, εἶναι πάντα ἐπίκαιρα καί στόν σημερινό κόσμο τῆς πνευματικῆς στείρωσης πού ἡ ψυχρότητα καί ἡ παθητική ἀφασία τῆς ὑλοκρατίας κυριαρχεῖ ὡς ἕνα θλιβερό δίδυμο.

Ἡ βαθειά μετάνοια προβάλλει σήμερα ὡς μεγάλη ἀνάγκη γιά νά μπορέσει ὁ κόσμος νά ζήσει μέσα στίς ἔντονες ἀνθρώπινες ἀκαταστασίες πού ὑπάρχουν καί μέσα στά ὅσα ἀπαράδεκτα ἐπιβάλλονται ὡς μοντέλα ζωῆς.

Δέν εἶναι ὑπερβολή ἡ διαπίστωση ὅτι σήμερα ἡ πλέον διωκόμενη παγκοσμίως πίστη εἶναι ἡ χριστιανική πίστη καί ὅτι ἡ Εὐρώπη μας καλλιεργεῖ τή θεομαχία καί στοχεύει σέ ἕνα μεταχριστιανικό κόσμο, πού σιγά – σιγά ἐξαπλώνεται μέ τόση μαεστρία καί στή δύστυχη πατρίδα μας πού βασανίζεται. Τό σκότος περίσσεψε πολύ καί χρειάζονται πλέον τιτάνιοι ἀγῶνες γιά τή διάλυσή του, παρ᾽ ἐκτός καί ἐπέμβει ὁ Θεός, τότε πού ἡ παντοδυναμία Του θά ἐνεργήσει καί ὄχι ἡ ἀνθρώπινη πλευρά.

Παρακαλοῦμε τόν Ἀναστάντα Κύριο νά συγχωρήσει τή σύγχρονη ἀπιστία καί νά γίνεται ἵλεως γιά ὅλο τόν κόσμο.

Χριστός Ἀνέστη.

Ὁ Μητροπολίτης

† Ὁ Γορτύνης καί Ἀρκαδίας Μακάριος

[1]. Ἰωάν. 19,18.

[2]. Λουκ. 23,39.

[3]. Λουκ. 23,42.

[4]. Μάρκ. 16,14.

[5]. Λουκ. 24,21.

[6]. Λουκ. 24,37.

[7]. Ἰωάν. 20,8.

[8]. Ἀπό τήν Ε´ ᾠδή τοῦ Μεγάλου Κανόνος.

[9]. Ἀρχιμ. Αἰμιλιανοῦ Σιμωνοπετρίτου «Λόγοι ἑόρτιοι μυσταγωγικοί», ἐκδόσεις Ἴνδικτος, 2014, σελ. 196.

[10]. Ἰωάν. 1,5.