Συνέντευξη του Σεβ. Μητροπολίτου Γορτύνης και Αρκαδίας κ. Μακαρίου στο Περιοδικό “Μαθητές εν Δράσει” έκδοση μαθητών Λυκείου Τυμπακίου. (2008)

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΓΟΡΤΥΝΗΣ ΚΑΙ ΑΡΚΑΔΙΑΣ κ. ΜΑΚΑΡΙΟ 17-2-2008

(Από το Περιοδικό «Μαθητές εν Δράσει» των μαθητών του Λυκείου Τυμπακίου)

 

Ήταν Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2008. Τότε που χιόνισε. Το ραντεβού μας με τον Μητροπολίτη Γορτύνης και Αρκαδίας κ. Μακάριο είχε κλειστεί από μέρες, αλλά ξέροντας πόσο πολυάσχολος είναι, δεν διανοηθήκαμε να το ακυρώσουμε, παρόλο που δυο από τους τέσσερις μαθητές που είχαμε κανονίσει να πάμε για την συνέντευξη, δεν μπόρεσαν να έλθουν. Είχαμε τρακ, αλλά ο Μητροπολίτης μας έκανε να αισθανθούμε άνετα και είχαμε την ενδιαφέρουσα συνομιλία, που μπορείτε να διαβάσετε παρακάτω.

 

Ευχαριστούμε που μας δεχτήκατε.

Ευχαριστώ πολύ που ήρθατε. Δια της παρουσίας σας χαιρετίζω όλα τα παιδιά του σχολείου σας, καθηγητές και γονείς.

 

Ήσασταν καλός μαθητής;

Προέρχομαι από αγροτική οικογένεια και τα παιδιά των αγροτικών οικογενειών συνήθως δεν έχουν τόσο μεγάλη προτροπή από τους γονείς τους να σπουδάσουν. Όμως εγώ από μικρός είχα περιέργεια να μάθω και να σπουδάσω. Δεν μπορώ να πω ότι ήμουν ο άριστος των αρίστων. Ήμουν ένας μεσαίος μαθητής, όχι κάτι το ιδιαίτερο. Μ’ άρεσαν, βέβαια, πάρα πολύ τα φιλολογικά μαθήματα και από τα μαθηματικά πάρα πολύ η άλγεβρα.

 

Κάνατε κοπάνες;

Ήμουν συνεπής στα ωράρια των μαθημάτων, όχι μόνο γιατί το αισθανόμουν, αλλά γιατί οι καθηγητές μας, στο «Καπετανάκειο», στο Α΄ Λύκειο Ηρακλείου όπου τελείωσα, ήταν τόσο ελκυστικοί στο μάθημα, που μερικά μαθήματα και να ήθελες να φύγεις, δεν μπορούσες.

 

Καθόσασταν στα πρώτα ή στα τελευταία θρανία;

Συνήθως στο πρώτο ή στο δεύτερο θρανίο, γιατί δεν ήθελα να διασπάται η προσοχή μου από αυτό που λέγεται «καζούρα» των τελευταίων θρανίων. Στα πρώτα θρανία είχα την αμεσότητα της έδρας.

 

Πως αποφασίσατε να γίνετε παπάς;

Αυτό είχε χαραχτεί μέσα μου από την παιδική ηλικία. Χωρίς να έχω δεχτεί ιδιαίτερη κατηχητική αγωγή ή κάποια διαδικασία θεολογικής γνώσης. Η προσέλευσή μου στην ιεροσύνη είναι αποτέλεσμα της παραδοσιακής ευσέβειας της αγροτικής κοινωνίας. Το σχολείο μου για την ιεροσύνη υπήρξε ο Ναός της Αγ. Ζώνης, στο Χωριό μου, στις Δαφνές. Οι Εικόνες και η Θ. Λειτουργία ήταν τα γράμματα μέσα από τα οποία διάβασα, τα περί Θεού. Και θυμίζω εδώ το λόγο του Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού ότι: «Οι Εικόνες είναι τα γράμματα των αγραμμάτων». Η λατρεία, η γλώσσα, το τυπικό της Θ. Λειτουργίας με οδήγησαν στην ιεροσύνη.

 

Πως αντέδρασαν οι γονείς σας στην απόφασή σας να γίνετε ιερέας;

Αντέδρασαν πάρα πολύ. Η μητέρα μου δεν ήθελε καθόλου να ακούσει. Και η ιερατική μου κλίση κρατήθηκε ως μυστικό μέσα στην ύπαρξη μου και αφού τελείωσα το Πανεπιστήμιο ανακοίνωσα σ’ αυτούς την απόφασή μου. Σήμερα όμως το βλέπουν και το βιώνουν διαφορετικά. Όχι ότι ήταν άνθρωποι που δεν πίστευαν στον Θεό, απλούστατα είχαν άλλα όνειρα. Είμαστε τρία αδέρφια και ήθελαν άλλα πράγματα για τον κάθε ένα. Με την ερώτησή σας, βρίσκω την αφορμή να πω στους γονείς που τυχόν θα διαβάσουν το έντυπό σας, να μην θεωρούν τα παιδιά τους κτήματα, να αφήσουν τα παιδιά ήσυχα να διαλέξουν αυτό που θέλουν, για να είναι ευτυχισμένα στη ζωή τους. Ειδάλλως, οτιδήποτε άλλο ακολουθήσουν θα είναι δια της βίας, ή για την λεγόμενη κοινωνική καταξίωση,  αλλά η ψυχή μέσα θα υποφέρει. Ευχαριστώ το Θεό, που αξιώθηκα αυτής της ολοκληρώσεως της επιθυμίας αυτής.

 

Η Εκκλησία πρέπει να εμπλέκεται στα θέματα της πολιτείας;

Η συνέντευξή σας γίνεται μετά την εκλογή του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερωνύμου. Αν παρατηρήσατε, είπε εκείνος και επιτρέψτε μου ταπεινά να προσθέσω κι εγώ, ότι η Εκκλησία έχει διακριτό ρόλο σε σχέση με τα πολιτικά πράγματα, δηλαδή δεν πρέπει να αναμιγνύεται. Αν όμως, ο λαός τον οποίο διακονεί η Εκκλησία, έχει ένα σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα, όπου με την συνδρομή και την βοήθειά της μπορεί να λυθεί και να ξεπεραστεί, ναι, να αναμιχθεί, χωρίς όμως να δημιουργήσει ποτέ αντιπαλότητα με κομματικούς χώρους. Δεν είναι η Εκκλησία απέναντι στα κόμματα, είναι μητέρα όλων των ανθρώπων σ’ όλα τα κόμματα, οποιουδήποτε χρώματος. Οπότε η παρατηρούμενη εκκοσμίκευση της Εκκλησίας, να κατεβαίνει στους δρόμους με λάβαρα κ. λ.π. προσωπικά με βρίσκει αντίθετο. Ο ρόλος της Εκκλησίας είναι να παρουσιάζει την πίστη, να διαφυλάττει την αλήθεια και να καλεί τους ανθρώπους στην ενότητα του Χριστού και του Ευαγγελίου, όχι να διαιρεί. Διότι η λέξη πολιτική, σήμερα θα πει κόμματα, και κόμμα τι θα πει; Κομματιάζω, είμαι ένα κομμάτι της κοινωνίας, δεν είμαι το όλον. Η Εκκλησία δεν είναι ένα κομμάτι της κοινωνίας, είναι όλη η κοινωνία.

 

Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος είπε επίσης ότι όταν αρρωσταίνουν τα πρόσωπα, αρρωσταίνουν και οι θεσμοί και τότε η Εκκλησία πρέπει να παρεμβαίνει. Κατά τη γνώμη σας, αρρωστήσανε τα πρόσωπα;

 

Βεβαίως, μέσα στη ζωή της Εκκλησίας και όχι μόνο εκεί, δεν έχουμε περιόδους μόνο ανθηρές, έχουμε και περιόδους μαχών, διαιρέσεων, αντεγκλήσεων. Αυτές οι στιγμές της Εκκλησίας δεν είναι ό,τι ευχάριστο στην εκκλησιαστική της ιστορία. Γι’ αυτό το ετόνισε, νομίζω, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών. Μου άρεσε πολύ αυτή η φράση. Εννοεί ότι πρέπει να έχουμε ταπείνωση, σύνεση, να συλλαμβάνουμε τα μηνύματα των καιρών και να τα μεταποιούμε τα πάντα σε ζωή και μήνυμα ζωής, προς κάθε κατεύθυνση.

 

Μου αρέσει να πηγαίνω στην Εκκλησία, όμως ελάχιστες είναι οι φορές που καταλαβαίνω αυτά που διαβάζονται. Γιατί η Λειτουργία να μην γίνεται στη δημοτική;

 

Βλέπω ήρθατε προετοιμασμένοι. Όλα τα θέματα που έχετε θέσει μέχρι στιγμής είναι ένα κι ένα. Θα απαντήσω στο ερώτημα με δυο τρόπους. Ναι, είμαστε άνθρωποι του 2008 και όχι άνθρωποι του 1008 ή του 808. Η Εκκλησία πρέπει να δει το 2008 και θα πρέπει να καταλάβει ότι χωρίς να εγκαταλείψει τη διακονία της και την αποστολή της στην τρίτη ηλικία, τους γέροντες, να κοιτάξει τα δικά σας πρόσωπα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να μιλήσει με μια γλώσσα, η οποία να είναι κατανοητή. Εξάλλου, ο Χριστός όταν μίλησε στην εποχή του, μίλησε γλώσσα που οι άνθρωποι καταλάβαιναν. Αυτό είναι το ένα σκέλος της απάντησης, δηλαδή πρέπει να είμαστε άνθρωποι του 2008. Όμως, είναι και μια δεύτερη πτυχή στην απάντηση που θέλω να δώσω. Ζήτησαν από τον Μίκη Θεοδωράκη να φτιάξει μια Θ. Λειτουργία με σύγχρονη μουσική και γλώσσα. Ξέρετε τι απάντησε; Δεν μπορώ να το κάνω, διότι αυτοί που έγραψαν τα κείμενα και τη μουσική καθόντουσαν στα σπήλαια, νηστεύοντες και προσευχόμενοι, μέσα στις ερήμους και ό,τι έγραψαν δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο της λογικής και της επιστημονικής κατοχύρωσης, αλλά ήταν και αποτέλεσμα της θείας φώτισης, του Θεού στα πρόσωπα αυτά. Επομένως, αρνήθηκε να το κάνει. Γι’ αυτό σε ότι έγραψε μουσικώς περί Θ. Λειτουργίας έμεινε στην αρχαία γλώσσα.

Η Εκκλησία πρέπει λοιπόν να βάλει το ένα πόδι στο 2008, αλλά το άλλο πόδι πρέπει να το έχει πίσω. Είναι η παράδοσή της, που είναι μια τεράστια δεξαμενή γλωσσική, τέχνης, μουσικής κ.λ.π., τα οποία σαν σχήματα δεν μπορούμε να τα εγκαταλείψουμε. Θα ήθελα δε να προσθέσω το εξής: Αν μεταφράσουμε τη Θ. Λειτουργία και την κάνουμε εντελώς δημοτική, θα κατανοηθεί εντός της ψυχής, δηλαδή το πρόβλημα είναι μόνο γλωσσικό ή μήπως είναι και κάτι πιο πέρα από το γλωσσικό;

Συνεπώς, παίρνοντας το πρώτο μέρος, ότι πρέπει να μιλήσουμε τη γλώσσα του 2008 και το δεύτερο σκέλος, ότι πρέπει να σκεφτούμε την παράδοση, βάζοντας και το παράδειγμα του Μίκη Θεοδωράκη, καταλήγω σε μια προσωπική γνώμη, ότι πρέπει να είναι μια σύνθεση των δυο σκελών της απάντησης που σας έδωσα. Δεν είναι εύκολο πράγμα να αγγίξεις ένα ξόμπλι, (τα στολίδια που έχει ένα υφαντό που πλέκεται στον αργαλειό). Είναι πάρα πολύ δύσκολο σ’ ένα παλιό υφαντό να επέμβουμε, να το διορθώσουμε, ακόμα και να το αντιγράψουμε. Γι’ αυτό, αυτός που θα το πλησιάσει πρέπει να είναι ειδικός. Και στην περίπτωση της γλωσσικής αυτής αναμόρφωσης, που ζητάτε, πιστεύω αυτός που θα το αγγίξει πρέπει να είναι ο Άγιος, ο ενημερωμένος, ο προβληματισμένος και όχι ο εγώ ή ο εσύ, ολόκληρη η Εκκλησία, που πρέπει να προσλάβει το πρόβλημα που θέτετε, μαζί με τα άλλα σύγχρονα προβλήματα και να τα παρουσιάσει πλέον στον καινούργιο κόσμο που έχει ανατείλει για τα καλά. Συνήθως, στο γλωσσικό πρόβλημα οι άνθρωποι της Εκκλησίας διαιρούνται στους συντηρητικούς, που λένε μην αγγίζετε καθόλου και σε μια άλλη παράταξη, στους νεωτεριστές, οι οποίοι λένε να τα αλλάξουμε και να τα κάνουμε όλα δημοτική. Εγώ δεν θέλω να είμαι ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Προς το παρόν, συμπροβληματίζομαι μαζί σας στο ερώτημα που θέτετε και πιστεύω ότι πρέπει να είναι αποτέλεσμα πολύ λεπτής πνευματικής επεξεργασίας. Να πω ένα παράδειγμα, για να καταλάβετε ότι δεν απαντώ μεταξύ σφύρας και άκμονος για να αποφύγω να δώσω μια ευθεία απάντηση. Αν πάρουμε το χορό «μαλεβιζιώτη», και επέμβουμε στο μουσικό σύστημα του και αγγίξουμε σ’ αυτό το ξόμπλι, θα το χαλάσουμε. Ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη; Θα μου πεις, υπάρχουν νέες συνθέσεις. Βεβαίως, δεν σταμάτησε η παράδοση, προοδεύει. Πλην όμως, επειδή το θέμα αυτό είναι πολύ σοβαρό, νομίζω, θέλει περίσκεψη. Εγώ σας παρουσίασα λίγο τις δυο όψεις, πάλι όμως λέω, ότι πρέπει να δούμε το 2008. Εξάλλου, η λατρεία της Εκκλησίας σήμερα δεν τελείται, όπως ετελείτο το 1200 – 1300.

Κλείνοντας το γλωσσικό θέμα, θέτω ένα ερώτημα στον εαυτό μου: Μεταφράζοντάς τα, θα κατανοηθεί η Θ. Λειτουργία; Είναι λοιπόν μόνο θέμα γλωσσικό; Ή μήπως μαζί με το γλωσσικό πρέπει να δούμε και τη λεγόμενη μετοχή, συμμετοχή σ’ αυτό που τελείται στην Αγία Τράπεζα, τη θυσία, την προσφορά του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Πως, δηλαδή, να μεταφραστεί το «Πρόσχωμεν τα άγια τοις αγίοις»; Ακόμα και αν το κάνουμε όσο δημοτική θέλουμε. Είναι εύκολο; Από την άλλη, είναι κατανοητές μερικές δυσνόητες λέξεις ακόμα και σε εμάς που είμαστε κληρικοί; Πολλές λέξεις από τα τελούμενα είναι δυσνόητες ή και ακατανόητες. Καταλαβαίνετε τη συνθετότητα του προβλήματος ε;

 

Θεωρείται σωστό οι άνθρωποι να κοινωνούν χωρίς να έχουν νηστέψει και εξομολογηθεί;

 

Τα ερωτήματα που θέτετε είναι διαλεγμένα, προσεγμένα και ακουμπούν προβλήματα που θέλουν ώρες. Θα πω με πολύ ευσύνοπτο τρόπο μερικές σκέψεις. Κατ’ αρχήν, πηγαίνουμε στην Εκκλησία όχι για να πάρουμε αντίδωρο, αλλά το δώρο. Ποιο είναι το δώρο; Το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Αυτό που διανέμεται στο τέλος λέγεται αντίδωρο, δηλαδή αντί του δώρου. Υποκαθιστά, αλλά δεν αντικαθιστά. Οι πρώτοι χριστιανοί κοινωνούσαν όλοι σε κάθε Θ. Λειτουργία. Δυστυχώς, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, επειδή υπήρχαν φόνοι, επικράτησε μια άποψη ότι πρέπει να κοινωνούμε τρεις φορές το χρόνο. Λέω, δια του εντύπου σας, ότι αυτή είναι η μεγαλύτερη κατάρα που θα μπορούσε να εκστομισθεί ποτέ από ένα χριστιανό. Αυτό που λένε οι γιαγιές και οι παππούδες, λυπούμαι που θα τους λυπήσω, δεν αναφέρεται σε κανένα κείμενο της Εκκλησίας. Τι θα πει τρεις φορές το χρόνο; Έτσι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού μεταβλήθηκε σε ένα φολκλορικό στοιχείο, σε μια διατήρηση μιας παραδόσεως εξωτερικής, έγινε μια χριστουγεννιάτικη, πασχαλιάτικη ή δεκαπενταυγουστιάτικη συνήθεια, χωρίς να είναι η ουσία. Η ανάγκη της μετοχής μας στη Θ. κοινωνία, να κοινωνούμε τακτικά, είναι εκ των ων ουκ άνευ. Είναι να λάβουμε το δώρο και όχι το αντί του δώρου, που είναι το αντίδωρο. Γι’ αυτό και στις αρχαίες Λειτουργίες της Εκκλησίας δεν γινόταν διανομή αντίδωρου. Υπήρχε μόνο το δώρο. Και δεν νοείται να μετέχουμε στην Λειτουργία και στο τέλος να μην λαμβάνουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Και δεν υπάρχει και μεγαλύτερη απογοήτευση για τον κληρικό από το βγαίνει να φωνάζει στο λαό «μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε» και να μην πλησιάζει κανείς ή μερικά παιδάκια ή μερικοί υπερήλικες και αυτοί περιορισμένοι.

Τώρα, η σύνδεση της Θείας ευχαριστίας με την εξομολόγηση είναι επίσης ένα λάθος, το οποίο έχει γίνει. Η εξομολόγηση, η μετάνοια είναι ένα διαρκές γεγονός. Εάν έχεις ένα πνευματικό πατέρα, με τον οποίο έχεις σχέση και επαφή μόνιμη, δεν σημαίνει ότι κάθε φορά πριν την Θ. κοινωνία πρέπει να τον βρίσκεις και κάθε φορά να διαβάζει μια συγχωρετική ευχή. Θα πας στον πνευματικό μόνο όταν υπάρχει λόγος που πρέπει να εξομολογηθείς, που η συνείδησή σου σε καλεί να πας να καθαρίσεις το σαλόνι της ψυχής για να υποδεχτείς το Χριστό. Δεν είναι μια μαγική τελετή η Θ. ευχαριστία είναι μυστήριο.  Η εξομολόγηση και η μετάνοια είναι ένα διαρκές γεγονός όπως η Θ. ευχαριστία, που το πότε και το πώς θα κοινωνήσω το κανονίζω με τον πνευματικό πατέρα.

 

Πως σχολιάζετε το γεγονός ότι κάποιοι κληρικοί δεν ζουν σύμφωνα με τις υποδείξεις της θρησκείας μας;

 

Η έννοια της ιεροσύνης στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι πολύ διαφορετική από αυτή που είναι αλλού. Ο ιερέας στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το εξουσιοδοτημένο από την εκκλησιαστική κοινότητα πρόσωπο για να προσφέρει το δώρο της Θ. ευχαριστίας και αυτή η ιδιότητά του τον κάνει να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας δηλαδή κατά την ειδική ιεροσύνη. Το ξέρετε ότι εσείς έχετε ιεροσύνη; Να σας το αποδείξω αμέσως. Όταν ένα παιδί κινδυνεύει σ’ ένα μαιευτήριο και δεν υπάρχει ιερέας, το ξέρετε ότι εσείς τελείτε την βάπτιση, το λεγόμενο αεροβάπτισμα; Σηκώνετε το παιδί στον ουρανό και λέτε «Βαπτίζεται ο δούλος του Θεού τάδε» και η Εκκλησία το αναγνωρίζει ως έγκυρο μυστήριο. Γι’ αυτό και προ ημερών που πέθανε ένα μικρό παιδάκι και υπέστη μόνο το αεροβάπτισμα, εμείς το κηδέψαμε κανονικά. Κάθε βαπτισμένος χριστιανός έχει τη γενική ιεροσύνη. Κάθε κληρικός έχει την ειδική ιεροσύνη. Αν και το ίδιο είναι στη δυτική Εκκλησία, εκεί έγινε ένα μπέρδεμα. Η αγιότητα συνδυάστηκε με το πρόσωπο του Πάπα, γι’ αυτό στο πρόσωπό του βλέπουν όχι μόνο την ειδική ιεροσύνη, αλλά και την διαζωγραφισμένη αγιότητα, στο πρόσωπό του. Η διαφοροποίηση τώρα με μας είναι ότι η αγιότητα του κληρικού είναι ένας δικός του προσωπικός αγώνας, όπως και ο δικός σου και του άλλου. Εάν ο κληρικός είναι ενάρετος ή όχι, αυτά που επιτελεί σίγουρα είναι άγια. Πως; Δια της χάριτος της ιεροσύνης. Όπως και ο λαϊκός που έκανε το αεροβάπτισμα, ίσχυσε όχι γιατί ήταν άγιος ή δεν ήταν, αλλά γιατί ήταν βαπτισμένος χριστιανός. Τώρα επειδή ο κληρικός έχει την ειδική ιεροσύνη είναι όπως τη μύγα μέσα στο γάλα, φαίνεται, και με το σχήμα του και με το λειτούργημά του, θα πρέπει να προσέχει δυο φορές από το λαϊκό, για να μη πω δεκα-δυό για να μην προκαλεί και να μην δημιουργεί σκάνδαλο. Μας λέει ο Απόστολος Παύλος ότι αλίμονο στον άνθρωπο εκείνο, κληρικό και λαϊκό βέβαια, μέσα από τον οποίο έρχεται ένα σκάνδαλο. Είναι ένα θέμα αυτό. Οι κληρικοί πρέπει να ζουν δυο φορές ενάρετα από τους λαϊκούς, για να μην προκαλούν και να είναι η ζωή τους παράδειγμα προς τους υπολοίπους ανθρώπους που δεν ξέρουν γράμματα και θεολογία. Πάλι όμως, ξαναγυρίζω στη διαφορά ανάμεσα στην ανατολική και δυτική Εκκλησία. Το ξέρετε, ότι ένας ιερέας ακόμη κι αν είναι ο μεγαλύτερος ενάρετος ή ο μεγαλύτερος αλήτης όλου του κόσμου, δεν μπορεί να τελέσει τη Θ. Λειτουργία, εάν δεν υπάρχει μέσα στο Ναό τουλάχιστον ένας χριστιανός; Αντίθετα στην δυτική Εκκλησία κάθε παπάς μπορεί να λειτουργεί μόνος του, χωρίς να προαπαιτείται η παρουσία τουλάχιστον ενός λαϊκού, που στο πρόσωπό του αντιπροσωπεύεται η τοπική εκκλησιαστική κοινότητα. Επομένως η διαφορά είναι πολύ σημαντική, γι’ αυτό κι εμείς πιστεύουμε στην συνοδικότητα και στην καθολικότητα, στο όλον. Πιστεύουμε στην έννοια της εκκλησιαστικής κοινότητας. Πιστεύουμε ότι η ζωή του κληρικού πρέπει να είναι ενάρετη για να μην σκανδαλίζει, ως επί παραδείγματι εκείνη η φράση κληρικού, που είπε ότι έχω μερικά εκατομμύρια μαζεμένα για τα γηρατειά μου και κάποια άλλα σκάνδαλα. Αλλά, ενώ αυτά είναι αληθινά, θα ήθελα να σας πω, ότι μερικά και απ’ αυτά που προβάλλονται έχουν και το πιπεράκι και το αλατάκι τους. Πολλά απ’ αυτά είναι φουσκωμένα. Γιατί το λέω αυτό; Γιατί τον 4ο αιώνα ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο εραστής των γραμμάτων και της παιδείας, ο μεγαλύτερος ρήτορας της Εκκλησίας, ο ασκητικός άνθρωπος, που δεν είχε τίποτα δικό του, γράφει κάπου: «Αν ο παπάς φάει με καθαρά χέρια, θα πει ο λαός: «Πω! πω! ένας αριστοκράτης». Αν φάει με ακάθαρτα χέρια, θα πει: «Πω! πω! ένας γρουσούζης». Γι’ αυτό, το να γίνει κανείς κληρικός είναι πολύ δύσκολο και πρέπει να ξέρει ότι η ζωή του θα είναι μια ανάσταση που θα περάσει μέσα από πολλές αδικίες, σταυρούς, συκοφαντίες, δυσκολίες. Επομένως, καλώς θέτετε το ερώτημα. Να μην σκανδαλίζουν οι κληρικοί, αλλά και από την άλλη οι κληρικοί δεν αποτελούμε μια ιδιαίτερη κάστα που πρέπει να απομακρυνόμαστε από το λαό, είτε είμαστε ενάρετοι, είτε δεν είμαστε.

 

Ποια είναι η γνώμη σας για τους «Παπαροκάδες»;  

Βλέπω ότι είστε μέσα στα πράγματα, πολύ ενημερωμένοι. Πιστεύω ότι το ροκ της Εκκλησίας είναι τόσο δυνατό και μεθυστικό μέσα στους αιώνες, που δεν χρειάζεται να το απομακρύνουμε ή να αντικειμενοποιούμε μέσα από μια παρέα. Κάθε έκφραση και κάθε μουσική κίνηση δεκτή. Όμως σε σχέση με τα προηγούμενα που είπα, κάθε τι που αποκόπτεται από το όλον και δεν λειτουργεί συνολικά, καταλήγει στο μαρασμό, ή στο πέρασμα ενός διάττοντος αστέρος που κάνει μια τροχιά και σβήνει. Το μεθυστικό ροκ της Εκκλησίας και των Αγίων κρατάει εδώ και 2000 χρόνια.

Ξέρετε τι είναι η ροκ μουσική; Η ροκ μουσική και όλο το κίνημα αυτών των παιδιών που ξεκίνησε τη δεκαετία του ΄60 ήταν ένα σπάσιμο, μια αντίδραση στο μπαρόκ της Δύσης και στη συμμετρία του κλασσικού. Έρχονται κάποια νέα παιδιά και λένε «αυτό πρέπει να το σπάσουμε, γιατί το χτυπάμε και είναι κούφιο, γιατί το χτυπάμε και ακούμε να μην έχει βάθος». Τη ρηχότητα του κλασσικού και το υποκριτικό του μπαρόκ, ήρθε αυτή η ροκ μουσική να τη σπάσει και έγινε μια μεγάλη επανάσταση. Συνεχίστηκε, όμως, αυτή η επανάσταση, ή το ροκ έγινε τελικά μια καθεστηκυία τάξη, μόδα, όπου την εκμεταλλεύτηκε η παγκόσμια κοινότητα και έχει δημιουργήσει ένα πολύ καλοστημένο εμπορικό, οικονομικό σύστημα; Το σημερινό ροκ, το σημερινό «heavy metal» ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις με τις οποίες ξεκίνησε; Να γιατί σας είπα ότι κάθε τι που αποκόπτεται από το όλο, τη ρίζα του, χάνει τελικά την αποστολή του. Δηλαδή εσείς δεν δέχεστε, όπως δεν δέχομαι κι εγώ τα σκάνδαλα της Εκκλησίας, αλλά δέχεστε το σκάνδαλο απ’ αυτό το κίνημα της ροκ να εισπράττονται τόσα δισεκατομμύρια  και να πεινούν άνθρωποι; Δέχεστε εσείς μέσα από τη ροκ να περνάνε τόσα κιλά κοκαΐνης και ηρωίνης; Όχι βέβαια. Επομένως, κάθε μουσικό κίνημα, προπαντός όταν συνδέεται με επανάσταση, όπως ξεκίνησε η ροκ είναι απολύτως αποδεκτό. Πλην όμως, να κοιτάξουμε πως κατέληξε.

 

Ποια είναι η γνώμη σας για τον τρόπο ζωής των νέων; 

Πιστεύω ότι τα πράγματα άλλαξαν. Και έχουν αλλάξει τόσο πολύ, που όπως πολύ σωστά έλεγε ένας μεγάλος άνθρωπος της εποχής μας, τώρα δεν πρέπει να κάνεις δηλώσεις, γιατί μπορεί μέσα σε μια ώρα να ανατραπούν. Είναι τόση η ταχύτητα των γεγονότων, της εξέλιξης, του διαδικτύου, των επικοινωνιών, της επιμόρφωσης. Επομένως, πιστεύω ότι οι νέοι άνθρωποι βρίσκονται μπροστά σ’ ένα φάσμα συνεχών αλλαγών. Μ’ ενδιαφέρει να παρακολουθούν οι νέοι άνθρωποι και να ζουν το 2008, όμως να υπάρχει μέσα τους κι ένα αντίσωμα σαν το «antivirus» στον υπολογιστή, για να τσακώνει τους ιούς.

 

Όταν δυο νέοι αγαπιούνται, γιατί να είναι αμαρτία  να έχουν σχέση;

Τώρα μπαίνετε σ’ ένα άλλο κεφάλαιο, που λέγεται προγαμιαίες σχέσεις. Το ερώτημα αυτό έχει χιλιοσυζητηθεί. Ο κάθε άνθρωπος είναι μια ξεχωριστή περίπτωση και δεν μπορώ εγώ να βγάλω προς τα έξω τι είναι μέσα στον κάθε άνθρωπο. Άλλος θέλει ασπιρίνη, άλλος θέλει χάδι. Τα θέματα αυτά είναι πολύ σοβαρά, έχουν σχέση με την εσωτερική ταυτότητα του ανθρώπου. Γι’ αυτό πιστεύω, πρέπει να αντιμετωπίζονται μέσα στο πλαίσιο της διαπροσωπικής σχέσης πιστού και πνευματικού πατέρα. Η Εκκλησία έχει ευλογήσει το γάμο, έχει συγκεκριμένες θέσεις πάνω σ’ αυτό το ζήτημα. Σαφώς όμως, από την άλλη δεν μπορώ να σας αποκρύψω και να πω ότι παίζω το ρόλο της στρουθοκαμήλου που βάζει το κεφάλι της μέσα στο χώμα και δεν θέλει να βλέπει την αλήθεια. Ο σκανδαλισμός σήμερα που έχουμε από το περίγυρο, την τηλεόραση, το διαδίκτυο, το έντυπο, τη σύγχρονη ζωή είναι τόσο τρομερός και τόσο ισχυρός, που οι σημερινοί νέοι άνθρωποι είναι μπροστά σ’ αυτή τη πρόκληση των σχέσεων σε διαφορετικό βαθμό από άλλες εποχές. Αν αυτό δεν το ομολογήσω, σημαίνει ότι αυτή τη στιγμή σας κοροϊδεύω. Επομένως, θα ήθελα το κάθε παιδί να εξετάζει αυτό το θέμα σε μια προσωπική σχέση με τον πνευματικό του. Ο πνευματικός, αν αποκαλύψει τις εξομολογήσεις των εξομολογουμένων, καθαιρείται από την Εκκλησία. Δεν τιμωρείται, καθαιρείται. Και επειδή το ερώτημα που θέτετε είναι πάρα πολύ σοβαρό, μήπως πρέπει να ψάξουμε μέσα σ’ αυτό το ερώτημα κάτι άλλο; Οι άνθρωποι πρέπει να παύσουν να είναι μόνο σάρκα. Ψάχνουμε με ένα λανθασμένο τρόπο τη δίψα της αγάπης. Δίνω την απάντηση με ερώτημα, που κλείνει με τη λέξη αγάπη.

Γιατί θεωρείται αμαρτία η ευθανασία;

Έχω παρατηρήσει ότι όταν ένας εγωιστής άνθρωπος, είτε βρίσκεται στα ψηλά είτε στα χαμηλά, όταν δεν επιτυγχάνει το στόχο του φτάνει σε μια ευθανασία. Παλαιά είχαμε το αυτομαχαίρωμα, την αυτοκτονία, είχαμε άλλο τρόπο που εκφραζόταν ο εγωισμός του ανθρώπου. Είδαμε δηλαδή αυτοκράτορες φοβούμενους να αντιμετωπίσουν την κριτική του λαού να αυτοκτονούν. Τους Κινέζους που αυτοκτονούσαν μέσα σ’ ένα δωμάτιο που το γέμιζαν λουλούδια- κλειδωνόντουσαν, κοιμόντουσαν και με το διοξείδιο του άνθρακα το πρωί δεν ξυπνούσαν ή με το χαρακίρι, ή με άλλες μεθόδους. Είτε λοιπόν με πλήρη συνείδηση και συναίσθηση γίνεται αυτό, είτε με το λουλούδι, είτε με το χαρακίρι, είτε με το μαχαίρι, είτε είναι πληβείος, είτε είναι αυτοκράτορας, πλούσιος η φτωχός, είτε γίνεται στην περίπτωση της αρρώστιας σήμερα θα πρέπει να σταθούμε με πολύ σεβασμό στο γεγονός της ζωής. Είναι ένα πολύτιμο δώρο από το Θεό, που πρέπει να το διαχειριστούμε και την περίοδο που δεν κάνει σεισμό, που είναι η υγεία, αλλά και την περίοδο που κάνει σεισμό, που είναι η περίοδος της ασθένειας. Ταπεινά πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχει ο απόλυτος σεβασμός της ζωής. Τη ζωή την παίρνει αυτός που τη δίνει και αυτός που τη δίνει είναι ο Θεός. Νομίζω ότι είναι αποκλειστικό του δικαίωμα η άρση της προσωρινής ζωής. Προσωπικά είμαι εναντίον, γιατί πιστεύω ότι ευτελίζεται η ζωή και αυτό έχει τεθεί μέσα στο πλαίσιο της κακής ευδαιμονίας της εποχής μας, όπου ο άνθρωπος θέλει να είναι παρόν στο προσκήνιο της ζωής μόνο όταν είναι στα «high» του, για να χρησιμοποιήσω λέξεις δικές σας, των νέων. Το Ευαγγέλιο όμως μας μιλάει για θυσία και οι πρώτες λέξεις που μάθαμε στην Α΄ γυμνασίου, στα Αρχαία Ελληνικά, ήταν «Πιστόν φίλον εν κινδύνοις γιγνώσκω», τον αληθινό φίλο τον ξέρω στο κίνδυνο, όχι όταν είμαι στα «high» μου, αλλά όταν είμαι στο σταυρό και στον πόνο. Θα πρέπει να μάθουμε να αγαπούμε την πολυποικιλότητα της ζωής, ακόμα κι όταν είναι στο τέλος και όχι να ευτελίζουμε τη ζωή και να εγκαθιστούμε μέσα στη ζωή ένα νέο τύπο ανθρώπου, που λέγεται «σούπερμαν», όπως παρουσιάζεται μέσα από τα παιδικά σύγχρονα μυθιστορήματα, που θα πει βάζω ένα Χ σ’ αυτό που λέγεται άνθρωπος και κάνω ένα άλλο άνθρωπο που λέγεται ημίθεος.

Πως περνάτε τον ελεύθερο χρόνο σας;

Υπάρχει; Κάποιος χρόνος, σαφώς, υπάρχει. Μ’ αρέσει πάρα πολύ να ενημερώνομαι μέσα από το Internet. Τελευταία ενημερώνομαι γύρω από τα «blogs». Και το άλλο που κάνω στον ελεύθερο χρόνο είναι να ξεκουραστώ για να ανακτήσω δυνάμεις. Και το άλλο που κάνω με βουλιμία είναι να πάρω ένα βιβλίο και να μάθω τι γίνεται. Δεν πρέπει να μένουμε στην εποχή που διδαχθήκαμε. Όπως καλός γιατρός είναι αυτός που μανθάνει τα συμπεράσματα των επιστημονικών συνεδρίων που γίνονται συνεχώς πάνω στο ζήτημα μιας αρρώστιας για να είναι αποτελεσματικός, το ίδιο και ο κληρικός, προπαντός ο Επίσκοπος πρέπει να ενημερώνεται για κάθε τι καινούργιο, για να μπορεί και να ξέρει πως θα κρατάει το νυστέρι το πνευματικό, για να είναι χρήσιμος και ωφέλιμος και να μην είναι αναχρονιστικός.

 

Σας ευχαριστούμε.