“Συμπερπατούν Χριστιανοσύνη και παράδοση…Θ. Σκορδαλός”. Του Πανοσιολ. Αρχιμ. Μακαρίου Δουλουφάκη, Πρωτοσυγκέλλου Ι. Αρχιεπισκοπής Κρήτης. (1998)

 «ΣΥΜΠΕΡΠΑΤΟΥΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗ, ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣΥΝΗ ΑΥΤΑ ΜΑΣ ΣΤΕΚΟΥΝ» Θανάσης Σκορδαλός.

Του Πρωτοσυγκέλλου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης Μακαρίου Δουλουφάκη. ΗΡΑΚΛΕΙΟ 22/4/1998

Τελέσαμε στις 22/4/1998, τρισάγιο, εκ μέρους της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης, για την ανάπαυση της ψυχής του Θανάση Σκορδαλού, πριν αναχωρήσει για το Σπήλι, στον Παλαιό Ιερό Μητροπολιτικό Ναό του Αγ. Μηνά.

Μέσα στην κατανυκτική ατμόσφαιρα του ως άνω Ι. Ναού, που από τις πέτρες του, αναδύεται ο ήχος των «ιδανικών φωνών» της Ορθοδόξου Παραδόσεως μας, αναπέμψαμε τους δικούς μας Αναστάσιμους ικετευτικούς ήχους στον Πανάγαθο Θεό, για τον Ποιητή τόσων και τόσων ήχων, που και οι «πέτρες», του γνωστού τραγουδιού του, σε ήχο Βαρύ κατά τις μουσικές κλίμακες της Βυζαντινής Μουσικής, δακρύζουν και αποχαιρετούν τον ακρογωνιαίο Λίθο, της κλασσικής Κρητικής Μουσικής.

Ο μακαριστός Δάσκαλος άρχισε να γνωρίζει την μουσική, όπως ο ίδιος έλεγε, από το ψαλτήρι της Εκκλησίας. Εδώ καταθέτω μια προσωπική εμπειρία ως φοιτητής, από τις εκδηλώσεις της εορτής κρασιού των Δαφνών, όταν πριν ανέβει στο βάθρο για να παίξει, πλησίασα για να τον δω από κοντά.

Αφού του εξήγησα την επαφή μου με την Εκκλησιαστική μουσική, άρχισε να μου ψάλει πρακτικά τους οκτώ ήχους της Εκκλησίας, και όταν πια είχαμε αγγίξει τα κοινά αχώριστα σημεία των δυο χώρων, αναλύοντας σε βάθος κλίμακες και μουσικά γένη, τον φώναξαν για να ανοίξει την βραδιά της εορτής.

Αργότερα με νοήματα, από του βάθρου, διακριτικά μου έγνεφε δια των δακτύλων του, τον ήχο της Εκκλησίας, στο τραγούδι που θα ακολουθούσε.

Μια άλλη χρονιά θυμάμαι την έλευση του πριν την εορτή, κάτω από τα δένδρα της πλατείας, χωρίς μεγάφωνα όταν του ζήτησα να παίξει τις «πέτρες» και τον συνόδεψε ο συντοπίτης μου λαουτιέρης, ο Μανούσος. Ενθυμούμε την ζωηρή συγκίνηση του, όταν στην συνέχεια, και αφού βεβαίως ο κύκλος ήταν μικρός, του έψαλλα στην ίδια ακριβώς κλίμακα, την θαυμάσια, αργή δοξολογία του Χουρμουζίου του Χαρτοφύλακος σε ήχο Εναρμόνιο Βαρύ, με τις έλξεις και τα φθορικά της σημεία.

Η συγκίνηση του κορυφώθηκε όταν άκουσε για τον Χουρμούζιο τον Χαρτοφύλακα. Ο Χουρμούζιος ήταν πρωτοψάλτης και μουσικοδιδάσκαλος της Κωνσταντινούπολης το 1840, μαθητής του άλλου Μεγάλου Μουσικού, Γεωργίου του Κρητός, ο οποίος πέθανε το 1816, μαθητής του Συναΐτη Μελετίου του Κρητός.

Ο Χουρμούζιος ο Χαρτοφύλακας το 1820, με τον Χρύσανθο Προύσσης και το Γρηγόριο Λευίτη, κατασκεύασαν τη νέα μουσική σημειογραφία σε αντικατάσταση εκείνης που ήταν σε χρήση, από το 1300.

Ερμήνευσε όλα τα μεγάλα έργα των παλαιών μουσικών και το συνολικό έργο του, ανέρχεται σε 70 τόμους, που αγοράστηκαν από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων, Αθανάσιο το 1838.

Ο Χουρμούζιος ερμήνευσε και εξέδωσε έργα του Πέτρου του Πελλοπονησίου, του Μπετόβεν, θα λέγαμε, της Βυζαντινής μουσικής, ο οποίος γεννήθηκε το 1730 και πέθανε το 1777, στην Κων/πολη.

Ο Πέτρος ο Πελλοπονήσιος, υπήρξε εκτός από μεγάλος ψάλτης, και συνθέτης εξωτερικής, κοσμικής μουσικής. Δίδαξε και συστηματικοποίεισε την ευρύτερη Ανατολική μουσική, του οποίου οι μαθητές ήταν διεσπαρμένοι, ως την Αραβία και την Περσία.

Η ταφή του Πέτρου του Πελλοπονησίου, ενός από των μεγαλυτέρων Συνθετών της Μεταβυζαντινής Μουσικής Παράδοσης, μοιάζει πολύ, με το τρόπο που αποχαιρέτησαν οι λυράρηδες της Κρήτης, τον Θανάση Σκορδαλό, πάνω από τον τάφο του.

Κατά την ημέρα που ετελείτω η κηδεία του, όχι μόνο οι ρωμιοί μουσικοί αλλά και αυτοί οι Δερβίσιδες της Πόλης, ζήτησαν την άδεια του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νεοφύτου, σε ένδειξη σεβασμού προς τον κηδευόμενο Δάσκαλο να ψάλουν κατά την εκφορά του, μια πένθιμη ωδή, με τα όργανα, των πλαγιαύλων ( νέι ).

Ο Πατριάρχης απάντησε «Σας παρακαλώ να μας ακολουθήσετε μέχρι τον τάφο και εκεί να πράξετε το καθήκον σας προς αυτόν».

Όταν ο Μεγάλος της Ανατολής Δάσκαλος, τοποθετήθηκε στον τάφο του, μετά το τρισάγιο, οι Δερβίσιδες, περικύκλωσαν το μνήμα του Πέτρου του Πελλοπονησίου, ψάλλοντας με τους αυλούς τους, παθητικά συγκινητικά μέλη.

Ένας απ’ τους μεγάλους Δερβίσιδες κατέβηκε στον τάφο του Πέτρου και εναπέθεσε τον πλαγίαυλό του, με δάκρυα, στα χέρια του Δασκάλου. Φώναξε δε τουρκιστί τα εξής: «Ω μακαρίτα διδάσκαλε, λάβε και αφ’ ημών των ορφανών μαθητών σου, το τελευταίον τούτο δώρον, ίνα συμψάλεις άσματα δι’ αυτού, εις τον Παράδεισον μετά των Αγγέλων»

Τα ανωτέρω αναγράφονται στην Ιστορία της Εκκλησιαστικής Μουσικής του Γεωργίου Παπαδοπούλου, Προέδρου του Μουσικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως «Ορφεύς», το 1890.

Με αφορμή λοιπόν την κοίμηση του Αθανασίου Σκορδαλού, ανασύρουμε από τη Μουσική Ιστορία του Γένους μας, το παραπάνω περιστατικό, ανασύρουμε από την διαχρονική πορεία της μέσα στους αιώνες, που σ’ αυτήν, προστίθεται και ο σεμνός και Μεγάλος δωρικός, ανωτέρω λυράρης.

Παίρνουμε όμως αφορμή για να πούμε ότι, για να μη χαθεί, η από μνήμης, διατηρηθείσα μουσική παράδοση της Κρήτης, από γενεά σε γενεά, πρέπει να καταγραφεί με το μουσικό σύστημα της Βυζαντινής Μουσικής, δηλαδή με τις νότες της, όλη αυτή η ανεκτίμητη κληρονομιά.

Οι Δάσκαλοι της Κωνσταντινούπολης, το έκαναν. Εκτός της Εκκλησιαστικής Μουσικής, δια του τρόπου αυτού, διέσωσαν απαράμιλλης αξίας και κάλους, με νότες, κοσμική, ευρύτερη μουσική, της καθ’ ημάς Ανατολικής Παραδόσεως.

Εδώ για μας, ήταν και στην κηδεία, απών το αρμόδιο Υπουργείο, του ελεύθερου Ελληνικού Κράτους, αν δεν κάνουμε λάθος…

Εμείς καλούμεθα από την Ιστορία που περιφρονεί τους επαρχιωτισμούς και όχι την δυναμική της επαρχίας, να κρατήσουμε τα ακούσματα του Μουσικού έργου του Αθανασίου Σκορδαλού, τελευταίου των Μεγάλων Δασκάλων του αιώνα μας, ο οποίος όπως δήλωνε, οι πηγές της έμπνευσής του, από τα παιδικά του χρόνια, ήταν: «οι ύμνοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας και τα νερά του μύλου του Σπηλίου Ρεθύμνης». Με το γαργάρισμά τους, μέσα στην τραχύτητα των βουνών της Κρήτης, και δίπλα στην Εκκλησία, έγιναν πηγές έμπνευσης και προσφοράς, ανεπανάληπτης, στο είδος των «συρτών» της Πατρώας ημών Κρητικής Μουσικής.

Είναι γνωστή η απάντησή του, στο ερώτημα του Πρωτοψάλτου της Μητροπόλεως Αθηνών, Σ. Περιστέρη: Σε ποίον Ωδείον μάθατε μουσική, κύριε Σκορδαλέ ; Απάντηση: «Στ΄ Ωδείο του Σπηλίου».!

(Από την Εφημερίδα ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ Ηρακλείου, 25/4/1998)