“Η Ορθοδοξία απέναντι στις νέες προκλήσεις”. Του Θεοφιλ. Επισκόπου Κνωσού κ. Μακαρίου. (2001)

«Η Ορθοδοξία απέναντι στις νέες προκλήσεις»

αποσπάσματα από ομιλία του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Κνωσού κ. Μακαρίου,
στην Χριστιανική Ένωση «Απ. Παύλος» Ηρακλείου (17-11-2001).

Ευχαριστώ την Χριστιανική Ένωση Ηρακλείου «ο Απόστολος Παύλος», για την ευγενή πρόσκληση να μιλήσω απόψε εδώ, στους φιλόξενους και γνωστούς χώρους της. Xαίρω, που αυτή η ομιλία γίνεται αφορμή να επικοινωνήσουμε εκ νέου, αλλά και ευκαιρία για να μεταφέρω τις ευλογίες της Αυτού Σεβασμιότητος, του Αρχιεπισκόπου Κρήτης κ. κ. Τιμοθέου, στον αξιότιμο κύριο Πρόεδρο, στα μέλη του Δ. Σ. και προς όλα τα μέλη, τους φίλους της Χριστιανικής Ενώσεως «ο Απόστολος Παύλος» και στο κάθε ένα από τους παρόντας, που τιμάτε με την αποψινή παρουσία σας την έναρξη των ομιλιών της Ενώσεως.

Η Χριστιανική Ένωση αυτή, είναι πλέον ένα κομμάτι της τοπικής Εκκλησιαστικής Ιστορίας, της Ιστορίας του Μεγάλου Κάστρου. Υπάρχει για να υπηρετεί την Εκκλησία του Χριστού και να συμβάλει στις πνευματικές ανάγκες των συμπολιτών μας.

Ευχόμεθα λοιπόν καλή αρχή για το παρόν Εκκλησιαστικό έτος και πλουσίαν την συγκομιδή των πνευματικών καρπών, επ΄ ωφελεία ψυχών.

Είναι πολύ δύσκολο να τιθασεύσει κανείς το αποψινό θέμα διότι είναι γενικό, με αμέτρητες παραμέτρους και πλευρές και καταλαβαίνετε, ότι δεν είναι δυνατόν να αναλυθούν όλες οι υπάρχουσες και συνεχώς αυξανόμενες προκλήσεις των καιρών, για την Ορθοδοξία και το ευσεβές ποίμνιό της.

Εμείς μονάχα μερικές σκέψεις επιθυμούμε να καταθέσουμε από το βήμα αυτό και ολίγους προβληματισμούς να θέσουμε ένεκα της απιστίας της ανησυχία και ταραχής των καιρών. Λίγους λόγους φτωχούς από τα ιερά της Εκκλησίας πράγματα.

Επικαλούμαι την επιείκεια πάντων και αυτό όχι εκ λόγων συνηθείας, αλλά διότι κανείς δεν κατέχει την αλήθεια, ει μη μόνον ο Παντοδύναμος Θεός και οι Άγιοι Του. Έχουμε κατά νουν τους στίχους της Παλαιάς Διαθήκης: «Αντανελείς το πνεύμα αυτών και εκλείψουσι» (ψαλμ. 103) και «Εγώ ο Θεός και ουκ έστι πάρεξ εμού ο σώζων» (Ησαίας 43, 10-11).

Yπάρχει όμως και ο στίχος που ακούμε σε κάθε εσπερινή δέηση της Εκκλησίας: «Ανοίξαντός σου χείρα τα σύμπαντα πλησθήσονται χρηστότητος» (Ψαλμ. 103). Αυτό μας ωθεί  να απευθυνόμεθα στο Θεό: δώσε μας Κύριε από το λόγο Σου και από το Άγιο Σου Πνεύμα. Βάλε στο στόμα μου την αλήθεια Σου, για την απλώσω στο πιστό λαό Σου.

Όχι μόνο λοιπόν εμείς, αλλά και τα σύμπαντα, η οικουμένη ολόκληρος, γεμίζει από την χρηστότητα του Κυρίου, όταν τα χέρια Του είναι ανοικτά και σκορπούν διάπλατα την ζωή και το φως.

Τόσο απλόχερα και αδιάκριτα, που έρχεται στο νου, πρώτον από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, το κεφάλαιο 5, ο στίχος 45: «ότι τον ήλιον αυτού ανατέλλει επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους»και δεύτερον από την σοφία Σειράχ, το κεφάλαιο 39, ο στίχος 33: «Τα έργα Κυρίου πάντα αγαθά και πάσαν χρείαν εν ώρα αυτής χορηγήσει».

Πάντα όμως κατά τον Ιερό ψαλμωδό «έργα χειρών ανθρώπων». Της οικουμένης και των κατοίκων του πλανήτη μας, που όπως απέδειξε η πρόσφατη εν Αμερική τραγωδία, κινδυνεύουν για άλλη μια φορά τόσο σοβαρά και επικίνδυνα από αυτά:

Όμως η οικουμένη και οι ανά τους αιώνες επί γης κυριάρχες της, όχι μόνο τώρα στην παρούσα χρονική στιγμή, έκπαλαι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, θαμπωμένοι από το άπλωμα του χεριού, στο δένδρο της γνώσης, του κοινού και πάντων προπάτορος, πρωτοπλάστου Αδάμ που κληρονομήσαμε, χορτασμένοι από την δόξα και τα έργα του κόσμου με διεστραμμένο το λογισμό, διαιώνισαν και διαιωνίζουν την αδικία, την καταπίεση, για την οποία ο Κύριος λεει στο κατά Μάρκον, κεφάλαιο 10, στίχο 42-43: «οίδατε ότι οι δοκούντες άρχειν των εθνών κατακυριεύουσιν αυτών και κατεξουσιάζουσιν αυτών».

Το ανωτέρω όχι μόνο δεν έγινε αιτία μετανοίας και αυτοσυνειδησίας, αλλά η οικουμένη συνεχίζει να ζει την παραζάλη από την εκτροπή της εν Χριστώ ελευθερίας του κόσμου, που τότε εστόλιζε, κοσμούσε τον προ της πτώσεως κόσμο και έκαμε, τώρα, τον κόσμο μετά την πτώση, ακοσμία, ανομία, απιστία και φθορά.

Μοιραία οι προσδοκίες των ανθρώπων προδίδονται η μια μετά την άλλη και οι πειρασμοί γίνονται λεπτοί εισχωρούντες έως μυελού οστέων. Το ψωμί τρώγεται με γογγυσμό και όπου υπάρχει πείνα συνεχίζεται να μοιράζεται άνισα, σαν τότε από τις σιταποθήκες του Φαραώ, αποτελειώνοντας χιλιάδες πεινασμένα παιδιά και κλείνοντας χιλιάδες στόματα που φώναζαν για την δικαιοσύνη του Θεού.

Ο Ντοστογιέφσκι γράφει κάπου: «Οι γονείς μου και οι δάσκαλοι μου με ρωτούν: τι είναι κόλαση; Για μένα είναι ο πόνος του να έχεις χάσεις το δικαίωμα να αγαπάς».

Οι θλίψεις, ο πόνος και το σπάσιμο της ενότητος ψυχής και σώματος, υπερχείλισαν την δεξαμενή των δακρύων και εκόρεσαν τις ψυχές από τους αναστεναγμούς. Πολύ χαρακτηριστικά λεει η Σοφία Σειράχ: «Από λύπης γαρ εκβαίνει θάνατος και λύπη καρδίας κάμψει ισχύν» (Σ. Σειράχ 38-12).

Γι΄ αυτά κι΄ άλλα πολλά που ΄ναι γνωστά, πολλοί ΄ναι εκείνοι που τα καταδικάζουν και κόπτονται για την δικαιοσύνη, τα ανθρώπινα δικαιώματα. Καταντήσαμε όμως σιγά-σιγά, εκεί που ακούγονται αυτά τα περιβόητα ανθρώπινα δικαιώματα, εκεί ακριβώς να καταπατούνται κατά τρόπον προκλητικό και υποκριτικό.

Λέγει λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος «πολλοί τον παρά των πολλών έπαινον επιδιώκοντες, έργω μεν την αδικίαν και πλεονεξίαν, ως ωφέλιμον προτιμώσι, σχήματι δε και λόγω την δικαιοσύνην υπερθαυμάζουσι». Δηλαδή πολλοί άνθρωποι προτιμούν στα έργα την αδικία και την πλεονεξία επειδή τους είναι ωφέλιμα και μόνο στα λόγια και στα εξωτερικά σχήματα, επειδή επιδιώκουν από πολλούς τον έπαινο, υπερθαυμάζουν την δικαιοσύνη.

Η Ορθόδοξη αυτοσυνειδησία δεν δέχτηκε ποτέ τον υποκριτικό θαυμασμό της δικαιοσύνης, αλλά έγινε η ίδια η αιματηρή οδός της δικαιοσύνης και θυσίασε σε όλες τις χρονικές περιόδους, τα πάντα για την σώζουσα δικαιοσύνη του Θεού.

Σήμερα που ο ορίζοντας ευδιάκριτα σκουραίνει με νέες προκλήσεις, για την κοινωνία των εις Χριστόν πιστευόντων, για την κοινωνία των ανησυχούντων ανθρώπων, για την κοινωνία των ανθρώπων του πνεύματος, η Ορθόδοξη Εκκλησία τι έχει να πει;

Σήμερα που ευδιάκριτα η γρηγορότερη ροή της Ιστορίας, μας αποκαλύπτει ανελέητα την τραγική αλήθεια ή κατ΄ άλλους την αξιοθρήνητη κατάσταση, ότι τα σχήματα του κόσμου έρχονται και παρέρχονται, μήπως ο εναγκαλισμός με την ιδέα των εθνικών κρατών, είτε αυτός έγινε στην Ελλάδα ή αλλού, δεν έβλαψε καίρια για τον περασμένο αιώνα την αποστολή της Εκκλησίας;

Ο Γέροντας της Ορθοδοξίας Ιουστίνος Πόποβιτς, γράφοντας κάποτε στην Ιεραρχία της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και υπάρχουν τα κείμενα για κείνους που τα θέλουν, είπε ότι ο εθνοφυλετισμός ως αίρεση έβλαψε ανεπανόρθωτα την Εκκλησία.

Επικαλείται μάλιστα την εν Κωνσταντινουπόλει Ιερά Σύνοδο των Ορθοδόξων, στην εποχή του, η οποία καταδίκασε το φαινόμενο αυτό, σαν να γνώριζε και να προέβλεπε το κακό που θα προξενούσε στις δικές μας μέρες.

Ο μακαριστός Μητροπολίτης Κοζάνης Διονύσιος, ενθυμούμαι ως φοιτητής της θεολογίας, μια φορά μας έλεγε στην Κοζάνη: εγώ λειτουργώ μέσα από την γραμμή των ελληνικών συνόρων και έχω το ίδιο επιτραχήλιο, την ίδια κολυμβήθρα, την ίδια πίστη, με έναν άλλο που ευρίσκεται απέναντι, πάνω από τα ελληνικά σύνορα, ένα βούλγαρο, ένα Σέρβο κ. λ. π. Τι μας χωρίζει, ρωτούσε βασανιστικά και με νόημα;

Κυριάρχησαν τα κοσμικά και τα κρατικά πάνω στα πνευματικά. Η Εκκλησία όμως δια του Ευαγγελίου, έθεσε τις προϋποθέσεις για την απόκτηση της αληθινής ελευθερίας και για την απόκτηση των καλώς τρεφόντων αγαθών το πολιτισμό, προβάλλουσα για κάθε πονεμένο άνθρωπο, για κάθε πονεμένη ύπαρξη, το Σταυρό και την Ανάσταση του Κυρίου Της.

Τώρα σε καιρούς παγκοσμιοποίησης και αύριο και γω δεν ξέρω σε τι καιρούς, πρέπει να ενδιαφέρεται με τόση φροντίδα πρωτίστως για το Έθνος ή για την πίστη; Τι θα σώσει;

Μπορεί σε κάθε στιγμή να ενδύεται τους χιτώνες των κοσμικών αρχόντων και να σύρεται σ΄ αυτό που θέλει ο αυτονομημένος από τον Θεό κόσμος ή να πορεύεται με αυτό που ο Θεός θέλει;

Μπορεί να στηρίζεται ή να κόπτεται για τις πολιτειακές προνομίες, δίδοντας την εντύπωση της ανάγκης συμπληροματικότητος του ζώντος ευαγγελικού και αιώνιου λόγου Της;

Αν αύριο ο άρχων του κόσμου τούτου κατευθύνει σε μια άλλη πορεία τα πράγματα, θα ακολουθήσουμε αυτόν, αμυνόμενοι για την τάδε ή την τάδε ευεργεσία που είχαμε πριν τα αλλάξει ή πρωτίστως θα πρέπει να ακολουθήσουμε και να ακολουθούμε σε κάθε περίπτωση τον Σωτήρα Χριστό και τους Αγίους Του;

Πώς να μη διαπιστώσει κανείς ότι τελικά η έννοια του Γένους ως πιο εμπεριεκτική και ευέλικτος, αντί του Κράτους, που διαφυλάχθηκε από το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, είναι μια από τις τρανταχτές δικαιώσεις του, στους χαλεπούς καιρούς μας;

Οι κρατικές Εκκλησίες έγιναν γιατί οι κοσμικοί άνθρωποι που τις κατασκεύασαν και μάλιστα τις απέκοψαν από το Ιερό της Ορθοδοξίας Κέντρο την Κωνσταντίνου Πόλη, το έκαμαν από αγάπη προς την Εκκλησία; Το έκαμαν γιατί τέλος πάντων επρέσβευαν μια άλλη διαφορετική άποψη περί πίστεως και εν τω ζήλω τους έπεσαν έξω;

Απλώς, γνώριζαν την πίστη του λαού και μη μπορώντας ευθέως και με μιας να την ξεριζώσουν εν τω πλαισίω της επιβολής των κοσμικών δοξασιών που επρέσβευαν, θέλησαν να την κάμψουν, κάμνοντας την Μάνα του λαού, την Εκκλησία, ελέγξιμη και υποτεταγμένη στο πέλμα του κοσμικού κυριάρχη, μη δυναμένη κατά συνέπεια να γεννά και να προβάλει τα άξια εκ των παραδειγμάτων – παιδιών της, δηλαδή Αγίους, τους ήρωες του λαού, έχοντες ως σύμμαχο την αθώα άγνοια των απλών ανθρώπων, βαπτισμένων όμως, που αν δεν διατηρούσαν δια των αντισωμάτων της λαϊκής ευσέβειας με τα όποια λάθη της, την δυναμική της εις Χριστόν πίστεως, θα είχαμε σήμερα ακόμα περισσότερα από τα έργα των εξαμβλωμάτων, του κρατισμού ή του ενδοκόσμιου θρησκευτισμού.

Τα λάθη πάνε να επαναληφθούν. Η νοοτροπία που απέμεινε από τα απομεινάρια των προνομίων, σαν μια ξεπεσμένη κυρία των τιμών του τότε καλού καιρού, που διηγείται και διηγείται, χωρίς να θέλει να δει τον γκρεμνό, προσπαθεί να δώσει την εντύπωση, με τις διηγήσεις και τους θαυμασμούς, ότι αγωνίζεται.

«Άλλο -όπως λέγει ο Σεβ. Μητροπολίτης Νικοπόλεως και Πρεβέζης Μελέτιος-, το μαρτυρείν συν Χριστώ και άλλο το μαρτυρείν εν Χριστώ».

Στις προκλήσεις που υπάρχουν ορατές σήμερα διαγράφοντας την χωρίς Θεό και ελπίδα αυριανή ημέρα για την οικουμένη, ξανάγιναν επίκαιροι οι λόγοι του μακαριστού Οικουμενικού Πατριάρχου Δημητρίου, όταν ήλθε στην Ελλάδα: «Η Ελλάδα πρέπει να φύγει από την σκληροκαρδία και τον επαρχιωτισμό».

Στις προκλήσεις των καιρών η Εκκλησία, η απάντησή Της θα είναι το λειτουργικό ήθος Της και κατ΄ επέκταση το κοινωνικό έργο Της. Δηλ. προσευχομένη Εκκλησία που δεν χάθηκε όντας έτσι, ούτε στους φρικτούς διωγμούς παλαιούς και νέους, ούτε εκεί που ακόμα διώκεται και δεν επαινείται, αλλά αμφισβητείται και λοιδορείται.

 Πρέπει να δει αμέσως και πολύ σοβαρά τον εν Χριστώ καταρτισμό των μελών και των στελεχών της. Δεν θα έχουν ένα προνόμιο κρατικό για να τιμούνται ή ένα διακόνημα στην Εκκλησία για να ζήσουν, να τα βγάλουν πέρα, όπως λέγεται.

Αυτή είναι η κακή σιγουριά η εξασφάλιση κατά κόσμον. Θα έχουν να αυξήσουν την ανεμική σπορά στο αγρό της Εκκλησίας, με την σιγουριά του Ουρανού που ούτως ή άλλως τρέφει. Θα έχουν να θρέψουν τον νου και προπαντός την καρδία από το νου και την καρδία του Χριστού. Θα πρωστούν όχι εκ θέσεως ή εκ κοινωνικής ανάγκης, σε έργα ποιμαντικής και κοινωνικής δραστηριότητος, μιμούμενοι τον θρέφοντα αυτούς. Τότε θα θερμανθούν αποστολικώ τω τρόπω οι καρδιές και το είναι τους και θα αναζητήσουν στο δρόμο της διακονίας τους, στο βάθος του, την αμφισβήτηση του άλλου και όλα ψωμί και πνεύμα θα προσκομίζονται στην θυσία της θείας ευχαριστίας μπρος στο Θεό. Θα είναι ελεύθεροι και όχι συγχωρήστε μου την λέξη, εκκλησιαστικοδίαιτοι, με την κακή έννοια της λέξης, θα είναι άνθρωποι και μετά ποιμένες και διδάσκαλοι εθελοθυσίας και προσφοράς.

Τι συνειδήσεις προσέφερε η αγκίστρωση στην κακή νοοτροπία, πλην αρκετών εξαιρέσεων; Πως έζησαν τόσους αιώνες οι άνθρωποι της Εκκλησίας χωρίς οικονομικά προνόμια; Πως ζουν σήμερα στις σλαβικές Ορθόδοξες επικράτειες τόσοι κληρικοί και μοναχοί χωρίς μισθούς και κάλυψη κρατική; Τι απαντούν σ΄ αυτούς εκείνοι που τους λένε για τα μεγαλεία μας τα εθνικά και τα εκκλησιαστικά; Μόνο οι Άγιοι και η παράδοση τους πείθει και η ενότητα της Ορθοδοξίας τους κρατά. Για τα άλλα σιωπούν για να μη γίνουν αγενείς και αδελφοκριτές.

Η αγκίστρωση στο άρμα του άρχοντα, δημιούργησε μια νοοτροπία δημοσιοϋπαλληλικού εκκλησιαστικού σώματος, με δεσμευμένη από το κράτος την εναπομείνασα εκκλησιαστική περιουσία. Η απαγκίστρωση από το άρμα αυτό προσέφερε στην Ορθόδοξη Οικουμένη, τρεις μεγάλους θεολόγους τον Γεώργιο Φλορόφσκι, τον Ιουστίνο Πόποβιτς και τον Δημήτριο Στανιλοάε. Ας προσθέσουμε και τον δάσκαλό μας π. Ιωάννη Ρωμανίδη, τον άρτι κοιμηθέντα, ο οποίος ως προφήτης έλεγε μόνο την αλήθεια, προείπε για τα κακά που μας βρίσκουν τώρα και ο οποίος δημιούργησε συνειδήσεις Ορθόδοξες και Ρωμαίικες.

Άλλαξαν τα πράγματα αδελφοί ηγαπημένοι εν Κυρίω. Οι πειρασμοί έγιναν ευέλικτοι, όπως η πονηρία μας. Τρέχουν πιο γρήγορα στο όλο και μεγαλύτερο κενό που αφήνει η οκνηρία μας. Αναζητούνται μάρτυρες της θυσίας και όχι απλώς ομοϊδεάτες και συνεργάτες του καθήκοντος, μπρος στις νέες προκλήσεις των καιρών.

Η κάθαρση, ο φωτισμός και η θέωση, είναι τα μόνα σκαλοπάτια που οδηγούν στην δόξα της Ορθοδοξίας, των Αγίων Πατέρων, την μόνη δόξα, την δόξα της απαράκλητης ερήμου και των στεναγμών της ύπαρξης του σημερινού κόσμου των μεγαλουπόλεων, για να έλθει η Βασιλεία του Θεού πάνω στην γη, όπως παρακαλεί η Εκκλησία σε κάθε της σύναξη, δια της Κυριακής προσευχής «ελθέτω η Βασιλεία Σου», αποδιώκουσα αναγκαστικά το πνεύμα των βασιλειών και των ηγεμονιών του αιώνος τούτου του απατεώνος.

Πως μπορούμε να προσδοκούμε την Ανάσταση των νεκρών κατά το σύμβολο της πίστεως μας, το όπλο στις τότε και στις σημερινές προκλήσεις των καιρών κατά την Αγία μας Εκκλησία και συγχρόνως υποκαρδίως να εξαγγέλλουμε με, σκανδαλώδη κοσμική μορφή, την μια ή την άλλη στράτευση αγώνος, έχων αποκλειστικώς την βάση του στα νούμερα των δημοσκοπήσεων, της επικράτησης του χριστιανισμού ως φονταμενταλιστικής ιδέας, δίπλα στις τόσες άλλες υπάρχουσες ιδέες και να προσπαθούμε να πείσουμε για την ακεραιότητά της, ως να πρόκειται περί της διακηρύξεως ενός χριστιανικού παγκόσμιου καταστατικού χάρτη, στο όνομα μιας παραδόσεως;

Εδώ χρειάζεται πολύ συζήτηση. Τι είναι παράδοση για την Εκκλησία; Άλλο παράδοση, για την παράδοση και άλλο ιερά παράδοση. Μα οι προκλήσεις θα ερωτήσει κάποιος.

Παραδοσιακός άρα γνήσιος, θα πει κάποιος και μάλιστα αφού αγωνίζεται. Η παράδοσή του όμως είναι πειστική, όσο η απάτη από τα επιδέξια φώτα που κοσμούν και φωτίζουν τα έργα των εκθέσεων εκκλησιαστικών θησαυρών. Διαρκεί η πιστότητα και η ατμόσφαιρα μέχρι ο φύλακας του μουσείου να κατεβάσει το γενικό διακόπτη του ηλεκτρικού ρεύματος για να κλείσει το μουσείο και να παραδώσει τα έργα που φιλοξενεί, στο σκότος της νυκτός και στην φύλαξη των συγχρόνων συστημάτων ασφαλείας.

Αν έλεγε κάποιος άλλος δεν χρειάζεται η εξέλιξη, εξ΄ ίσου θα ήταν πειστικός όσο οι σύγχρονες εικόνες βυζαντινής τεχνοτροπίας στο σχήμα και στα χρώματα, στο δε ύφος των προσώπων διαγράφεται η ίδια μελαγχολική συναισθηματικότητα της παθολογίας των θρησκευτικών πινάκων της αναγέννησης.

Επομένως άλλο παράδοση στα λόγια, στα σχήματα η στους μύδρους έναντι των προκλήσεων και άλλο ιερά παράδοση των Αγίων της Εκκλησίας. Η αγία Εκκλησιαστική παράδοση γεννά ήθος θυσίας. Η πεισματική εμμονή σε ιδέες γεννά στείρα αδιέξοδα και θερμούς κατά τα άλλα οπαδούς που συνήθως και όταν δεν έχουν φόβο Θεού κάνουν κακό στην εκκλησιαστική ζωή. Η Εκκλησία δέχεται την εύλογη χρήση των αγαθών και η λατρεία των πραγμάτων του Θεού είναι η παράδοση για να γίνεις διακονητής και όχι εξουσιαστής.

Δέστε την κατάσταση της Δυτικής πραγματικότητος: Εκκλησίες πωλούνται και γίνονται καταστήματα. Το ποσοστό βαπτίσεων όλο και μειώνεται. Στο Βερολίνο π. χ. το 86% των μνηστευμένων ζευγαριών αρνούνται την ευλογία του ιερέα. Στην Γερμανία π. χ. στο κρατίδιο του Schleswig-Holstein το έτος 1996, με ποσοστό χριστιανών 69%, το 56% των αποβιωσάντων ενταφιάσθηκαν χωρίς εκκλησιαστική ακολουθία.

«Τι το πλήθος των θυσιών, λέγει Κύριος. Πλήρης ειμί ολοκαυτωμάτων κριών και στέαρ αρνών και αίμα ταύρων και τράγων ου βούλομαι… λούσασθε, καθαροί γίνεσθε, αφέλετε τας πονηρίας από των ψυχών υμών» (Ησαΐας 1, 11-16)

Στο ίδιο Προφήτη «Εγγίζει μοι ο λαός ούτος εν τω στόματι αυτού και εν τοις χείλεσιν αυτών τιμώσι με, η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ΄ εμού» (Ησαΐας 29, 13)

Ο ανωτέρω βιβλικός λαός χάθηκε από την εκλεκτή θέση που του έδωσε ο Θεός. Ακόμα ελπίζει στην δια των κοσμικών προνομίων εγκατάσταση μιας παγκόσμιας κυριαρχίας του, φονεύοντας μέχρι σήμερα τον λόγο των Αγίων Προφητών και διδασκάλων. Να επαναλάβουμε το λάθος τους;

Μπορούμε να μιλάμε για εκλεκτά κράτη και να θριαμβολογούμε για την Ορθοδοξία, όταν η καρδία μας πόρρω απέχει απ΄ Αυτού; Μπορούμε να καταλάβουμε ότι το πνεύμα του Θεού και η χάρη Του έλκεται εκεί που ο έσω της καρδίας άνθρωπος διψά την βασιλεία του Θεού και ο έξω της ύπαρξης μας κόσμος δεν αποσπάται πραξικοπηματικά από το Θεό, την όλη δημιουργία και από μας τα παιδιά του Θεού για τα οποία πλάστηκε;

Μπορούμε να δούμε στις νέες προκλήσεις την σύγχυση της Βαβέλ, την υπεροψία και την χριστιανοθριαμβολογία μας να κατακερματίζεται προδομένη από την δυτική και ανατολική αγωγή των μέσων επιβολής;

Τι είναι πρόκληση για τα ιερά της Ορθοδοξίας πράγματα; Η επιστροφή στο κόσμο της γνώσης που γέννησε την παγκοσμιοποίηση με άξονες τα οικονομικά μεγέθη, τον ατομισμό με άξονα κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο: «το εμόν και το σόν το πικρόν τούτο ρήμα», την απονιά στο δράμα τόσων πεινασμένων, την καταδίκη κάθε ωραιότητος, με άξονα την λάμψη του πρόσκαιρου.

Θεσμοί ή χάρις; Θεσμοί ίσον δεσμοί στο ίσο των τραυματισμένων τραυλών τροπαρίων του κόσμου. Χάρις δεσμοί στην ελευθερία της ταπείνωσης που γέννησε τα τέκνα της ερήμου, την γιατρική ιερωσύνη, ενεργούσα ως πρόκληση με το συνεχές θαύμα του Θεού και τα ιαματικά φάρμακα του Ουρανού.

Από κει και πέρα υπάρχει και Εκκλησία στο νου ορισμένων σαν κοσμικός θεσμός και ιερωσύνη σαν κάτι που ικανοποιεί τις θρησκευτικές ανάγκες του λαού ή ανοίγει ιδρύματα όχι για να θεραπεύσει, θεολογικώς νοούμενη η λέξη, αλλά για να έχει και αυτή πειστήρια περί της χρησιμότητος της στο στερέωμα των άλλων ανιχνεύσιμων περιπτώσεων του κόσμου.

Πρόκληση στην πρόκληση η κατάσταση. Η κρίση του Θεού; Η Βίβλος λεει: «εν τη ταπεινώσει η κρίσις αυτού ήρθη». Η παρουσία μας στις προκλήσεις, η απάντηση μας ποια θα είναι; Λεει ο Λέων Τολστόι: «Αυτό είναι το αιώνιο λάθος των ανθρώπων, που φαντάζονται την ευτυχία, σαν πραγματοποίηση των επιθυμιών τους».

Δεν είναι δυνατόν να μας βάζει ο κόσμος τις δικές του παγίδες και επιθυμίες και εμείς να αντιτάσσουμε στην πρόκλησή του, άλλες προκλήσεις όχι έναντι αυτού, αλλά αμαρτάνοντες έναντι του Θεού.

Η αλήθεια του Θεού, το Ευαγγέλιο Του και οι πράξεις των Αγίων Αποστόλων, μαρτύρων και ομολογητών, δεν παίζονται ούτε χρησιμοποιούνται ξερά και ως έτυχε για την επιχειρηματολογία μας απέναντι των προκλήσεων των εναντίων, χρησιμοποιώντας μόνο χωρία και αποφθέγματα. Είναι ζώσα πηγή που οδηγεί ξανά και ξανά και θα οδηγεί πάντοτε, ως έχουσα εντός της την αλήθεια του Χριστού, σε μια διατήρηση στις υπάρξεις των ανθρώπων της παρατεταμένης αλήθειας της πίστεως. Ως εκ τούτου δεν παίζονται, ούτε τίθενται σε συγκρίσεις. Κατά μια ρωσική παροιμία: «Η διάνοια φωτίστηκε από την αλήθεια, η καρδιά αναζωογονήθηκε από την αγάπη».

Αυτό το διαχρονικό μήνυμα προσβάλλεται και μειώνεται καίρια όταν το κατεβάζει η επαρχιωτική και φονταμενταλιστική απολογία ορισμένων από των πάσης φύσεως εθνικών κέντρων είτε ελληνικών, είτε αραβικών ή σλαβικών, σε μια κατάσταση παραλυσίας, αφού δεν είναι σύμφωνο με τις αστείρευτες πηγές της πίστεως και αφού δεν έχει τίποτα να πει στους κουρελιασμένους και καταπονημένους λογισμούς των ανθρώπων – εικόνων του Θεού, τραυματισμένων από τις καταστάσεις των φοβερών και ανελέητων προκλήσεων.

Οι πειρασμοί των προκλήσεων φοβούμαι πως πάνε να μας κερδίσουν, να μας έβαλαν στην λογική τους. Μας κάνουν να καταναλώνουμε τις υπάρχουσες δυνάμεις για να κυνηγάμε ένα σπουργίτι και όταν το παιχνίδι μ΄ αυτές χοντρύνει όπως λεει ο λαός, θα χρειαστούν ή μάρτυρες για να ανορθώσουν συνειδήσεις ή να γυρίσουμε γρήγορα στην Μάνα, στο σπίτι της, στις άδολες νουθεσίες της, όπως κάνουμε στις περιόδους των πειρασμών και των δυσκολιών.

Μάνα είναι η Εκκλησία και προδομένη και πληγωμένη από την δική μας αποστασία, αυτή στέκει εκεί στα θεμέλια των Αγίων Αποστόλων και περιμένει για να μας πει, να μας διδάξει από την πείρα και τα παθήματά της.

Έχει πολλά να μας πει. Καλή είναι κάθε ιδέα και λόγος από άλλους, αλλά η ζωή και ο λόγος της Μάνας Εκκλησίας, σε κάνει να κάνεις εκτροπή του κάθε άλλου εκτός αυτής, σαν προερχόμενο από μητριά. Από τέτοιες χορτάσαμε. Ξυλοκέρατα η τροφή τους που προς καιρόν ξεπεινάζουν, φωτοβολίδες τα σπουδάγματά τους.

Η αληθινή αγάπη για το κάθε τι που αναπαύει εν Χριστώ, μοιάζει με την αλυσίδα και μια αλυσίδα κατά ένα γνωμικό, δεν έχει ποτέ τέλος.

Καιρός αυτοσυγκεντρώσεως και προσευχής για τα επερχόμενα. Σίγουρα όμως τίποτα τα από τα με ζήλο του κομματιασμένου άκαιρου επαρχιωτισμού και εθνοφυλετισμού κατασκευασμένα ιδεολογήματα των αυτοκεφαλισμών εν τη Ορθοδοξία, δεν μπορεί να είναι η απάντηση στην πρόκληση. Δεν διαγράφουμε ασφαλώς την πολυφωνία στην Ορθοδοξία, μα ούτε και τον πλουραλισμό των απόψεων με τα παραπάνω.

Δεν μπορεί όμως να υιοθετείται ένα μέρος της Ορθόδοξης άποψης αν και κατά πόσο βέβαια είναι Ορθόδοξο θα το κρίνει η Ιστορία, και να παραβλέπεται το κέντρο, η ουσία. Να κρύπτουμε την αλήθεια της ασκητικής που ζητεί η Οικουμένη και ο κόσμος για να ζήσει και να αναπτυχθεί.

Από την άποψη αυτή ως τοπική Εκκλησία παρά τα αβλεπτήματα πρέπει να ευχαριστούμε τον Θεό για την Αγιότητα αυτού του τόπου και την σοφία αυτής της Εκκλησίας, της Εκκλησίας της Κρήτης, θυγατέρας γνήσιας της Μητέρας Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, της Εκκλησίας των πενήτων του Χριστού, που ως Μητέρα και τώρα αφρουκάζεται τις σύγχρονες προκλήσεις και κάνει κάθε κίνηση για να σκεπάσει τα παιδιά της κάτω από τις στοργικές φτερούγες της, χωρίς να αφήνει την ιερά παράδοση και τα ιερώς παραδοθέντα, ματωμένη από τους αλλόθρησκους και σήμερα και από τις δικές μας αρνήσεις και σκοπιμότητες, τα πρωτεία και τους τίτλους που ζητούνται για να ορθωθεί ανάστημα που, στο ύψος και την μεγαλοπρέπεια του τρούλου της Αγιάς Σοφιάς.

Μέχρι να στέκει εκεί, όπως λεει ο Αγιορείτης π. Βασίλειος Γοντικάκης, θα στέκει η Ορθοδοξία και η Ρωμιοσύνη.

Σε μας εδώ στον τόπο μας οι άνθρωποι του λένε «η ψυχική σου ομορφιά έχει μεγάλη αξία σαν την αγιογράφηση που ΄χει η Αγιά Σοφία». Είναι πολύ ακριβή αυτή η κληρονομιά είναι μια σώζουσα προνομία η σχέση μας και η υπαγωγή μας στην Μητέρα Εκκλησία. Είναι σαν ένας Ψηλορείτης που «όσο υπάρχει ο Ομαλός και στέκει ο Ψηλορείτης δεν έχει φόβο να χαθεί η λεβεντιά της Κρήτης».

Ο Αλέξανδρος Σολτζενίτσι γράφει: «Ανακάλυψα πως η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο καλό και το κακό, δεν χωρίζει ούτε τα κράτη ούτε τις τάξεις, ούτε τα κόμματα, αλλά διαπερνάει την καρδιά του κάθε ανθρώπου και όλη την ανθρωπότητα. Αυτή η γραμμή είναι κινητή, αιωρείται ανάμεσά μας καθώς και ο χρόνος. Μέσα σε μια καρδιά κυριευμένη από το κακό  φυλάει ένα οχυρό του καλού. Μέσα στην καλλίτερη από τις καρδιές μια γωνιά απ΄ όπου το κακό δεν έχει ξεριζωθεί».

Σωστά πολύ σωστά. Ο κόσμος και τα ανθρώπινα του.

Άλλο όμως παράδοση και άλλο ιερά παράδοση όπως προείπαμε. Άλλο πρόοδος και σύγχρονες προκλήσεις και άλλο μεταθέτω τα ορισθέντα υπό των Αγίων πατέρων, αλλάζοντας τα σύνορα των θεσπισθέντων υπό της παραδόσεως στις καρδιές και στις συνειδήσεις, ο πιο ιερός τόπος για την Εκκλησία. Ξέρουμε πόσο ακριβότερα κοστίζει από κάθε άλλο τόπο και θα λέγαμε θα κοστίσει αν διαποτιστεί από αλλότρια και απ΄ αυτή την μικρασιατική καταστροφή.

Στην νεοτερικότητα των προκλήσεων δεν θα αντιτάξουμε μια νεοτερικότητα του τύπου των τύπων και των φιλοδοξιών μας. Θα προβάλουμε την ανάγκη να ζήσουμε σωστά για να μη λέγεται σωστά, είναι άδειος ο άνθρωπος που είναι γεμάτος από τον ίδιο τον εαυτό του.