Ὁµιλία στήν Ἐθιά, κατά τήν πρώτη Θεία Λειτουργία
τῆς ἱερᾶς µνήµης τοῦ Ἁγίου Εὐµενίου, τοῦ Νέου, ∆ευτέρα, 23-5-2022.
Σεβασμιώτατε καὶ ἀγαπητέ ἐν Χριστῷ ἀδελφέ κ. Μακάριε,
Σᾶς εὐχαριστῶ πολύ γιά τὴν τιμὴ τῆς προσκλήσεως νά μετάσχω στὸν πρῶτο ἐπίσημο ἑορτασμὸ τῆς μνήμης τοῦ προσφάτως καταταχθέντος στὸ ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Ὁσιωτάτου πατρός ἡμῶν Εὐμενίου, τοῦ καταγομένου ἀπό τό χωρίο Ἐθιά, τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γορτύνης καὶ Ἀρκαδίας, τήν ὁποία θεοφιλῶς καί θεαρέστως ποιμαίνετε.
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου κ. Πρόδρομε,
Τίμιο Πρεσβυτέριο,
Ἐντιμώτατοι Ἄρχοντες,
Λαέ τοῦ Κυρίου εὐλογημένε,
Καὶ πάλι ὁ Πανάγαθος Θεός ἐπέβλεψε ἐπί τήν ἄμπελον τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Ἀποστόλου Τίτου, ἀναδεικνύοντας ἀπό τά σπλάχνα τοῦ λαοῦ της νέο Ἅγιο, ὁ ὁποῖος προστίθεται στὴ χρυσή ἁλυσίδα τῶν Ἁγίων τῆς Κρητονήσου. Ὁ Ὅσιος Εὐμένιος μέ τήν ἁγιασμένη παρουσία του ἔρχεται σέ χαλεπούς καιροὺς νὰ ἐπαληθεύσει τά λόγια τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου∙ «οὗ δὲ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεκπερίσσευσεν ἡ χάρις», (Ρωμ.5.20).
Δοξάζουμε τόν Θεό γιατί κατά τοὺς δύο τελευταίους αἰῶνες ἔχουμε τὴν ἁγιοκατάταξη ἀρκετῶν Ἁγίων, Μαρτύρων, Νεομαρτύρων, Ὁσίων Γερόντων καὶ Ὁμολογητῶν ὄχι μόνο στὴν Κρήτη, τὴν Ἑλλάδα μας, ἀλλά καί στὴν ἀνά τὸν κόσμο οἰκουμενική Ὀρθοδοξία.
Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τὸ πνευματικὸ ἐργαστήριο τῆς ἁγιότητος καί δὲν θὰ παύσει ποτέ νὰ ἀναδεικνύει νέους Ἁγίους∙ μυρίπνοα ἄνθη ποὺ στολίζουν τὸν παράδεισο τῆς θριαμβεύουσας Ἐκκλησίας, πρεσβευτές καὶ φύλακες τῶν ἀγωνιζομένων ἐπιζώντων καὶ «περιλειπομένων», (Α΄Θεσ. 4.15), στὴν ἐπὶ γῆς στρατευόμενη Ἐκκλησία.
Ὅλοι οἱ βαπτισμένοι Χριστιανοὶ στὸ ὄνομα τῆς Παναγίας Τριάδος, ἔχουμε κληθεῖ νά γίνουμε ἅγιοι. «Ἅγιοι γίνεσθε ὅτι ἐγώ Ἅγιος εἰμί», λέγει ὁ Χριστός, ὑποδεικνύοντας τόν προορισμό τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι ἡ πραγμάτωση τῆς προοπτικῆς ἀπό τό «κατ’ εἰκόνα» στὸ «καθ’ ὁμοίωσιν». Μπορεῖ νὰ βρισκόμαστε στὸν κόσμο τῆς πτώσεως καὶ τῆς φθορᾶς, ἔχουμε ὅμως προικισθεῖ μὲ τὸ «κατ’ εἰκόνα» ποὺ περιλαμβάνει ὅλα τὰ χαρίσματα καὶ τὶς δυνάμεις ποὺ, ἄν τίς χρησιμοποιήσομε κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, θὰ φθάσομε στὸν προορισμό μας, «ὅμοιοι αὐτῷ ἐσόμεθα», κατὰ χάριν, (Α΄Ιωάν.3.2).
Ἕνας ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔζησαν κατὰ τὸ θέλημα καὶ τὶς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, εἶναι καὶ ὁ ἑορταζόμενος Ἅγιος Εὐμένιος, ποὺ μέ τήν ἄσκησή του ἀνῆλθε σέ οὐράνια ὕψη καὶ ἀπέλαυε τὸν ἀμαράντινο στέφανο τῆς ἁγιότητος.
Ὁ Ἅγιος Εὐμένιος εἶναι ὁ δικός μας Ἅγιος. Γεννήθηκε στὸν ἴδιο τόπο, ἀνέπνευσε τὸν ἴδιο ἀέρα καὶ τὸν φώτισε ὁ ἴδιος ἥλιος τοῦ οὐρανοῦ τῆς πίστεως. Ἀνετράφη μὲ τὰ ἴδια ἤθη, ἔθιμα καὶ πατρῷα ἰδανικά. Εἶναι σύγχρονός μας, γνωστὸς σὲ πολλοὺς ἀπὸ ἐμᾶς, πλασμένος ἀπὸ τὸ ἴδιο χῶμα τῆς μάνας γῆς.
Καταγόταν ἀπὸ φτωχή πολυμελῆ οἰκογένεια, ἀλλά ἀνετράφη ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, καὶ ἀνοίχθηκε στὸ πέλαγος τῆς ζωῆς χωρίς ξεχωριστά προσόντα καὶ προϋποθέσεις. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ τὸν ξεχώριζε ἦταν ἡ πίστη στὸν Χριστὸ, ἡ ἀγάπη του στὴν Παναγία καὶ τοὺς Ἁγίους, ἡ εὐσέβεια καὶ ἡ ἀφοσίωσή του στὴν Ἐκκλησία, ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸν πάσχοντα συνάνθρωπό του. Αὐτὰ ἦταν τὰ προσόντα του γιὰ τὴν κατάκτηση τῆς ἁγιότητος: Πίστη καὶ ἀφοσίωση στὴν Ἐκκλησία, προσευχή, ἀνιδιοτελής ἀγάπη καὶ διακονία στὸν πάσχοντα συνάνθρωπο.
Μὲ θαῦμα, ἡ Παναγία, ὅταν ἄναβε τὸ καντήλι στὸν ναὸ της τοῦ ἀποκάλυψε ὅτι θὰ γίνει ἱερέας. Θεόκλητος ὁδηγήθηκε στὸν μοναχισμό και ἡ λάμψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ τὸν τύλιξε, τοῦ τύφλωσε τὰ σαρκικά μάτια καὶ τοῦ ἄνοιξε τὰ πνευματικὰ, ὥστε νὰ δεῖ τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἀξιωθεῖ νὰ γίνει ἱερέας καὶ νὰ συλλειτουργεῖ μετά τῶν Ἁγίων καὶ τῶν Ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ.
Τρία εἶναι τὰ κύρια χαρακτηριστικὰ ποὺ διαγράφουν τὴ χαριτωμένη ζωή του. Τὸ πρῶτον εἶναι ἡ σαλότητα. Ἡ προσεκτικὴ παρατήρηση τῶν διὰ Χριστὸν σαλῶν εἶναι ὅτι αὐτοὺς δὲν τοὺς νοιάζει τὶ θά πεῖ ὁ κόσμος γι’ αὐτούς. Μὲ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις καὶ τὰ καμώματά τους ἔχουν σκοπό νὰ δείξουν ὅτι γι’ αὐτοὺς «τὸ πᾶν εἶναι ὁ Χριστὸς», ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ Ἅγιος Πορφύριος. Δείχνουν ὅτι «καθεύδουν διὰ τὴν χρείαν τῆς φύσεως», ἡ καρδιά τους ὅμως «ἀγρυπνεῖ διὰ τὸ πλῆθος τοῦ ἔρωτος» πρὸς τὸν Θεὸ, κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος.
Οἱ Ἅγιοι, οἱ διά Χριστόν σαλοί, ἐμπαίζουν τὸν κόσμο καὶ τὰ τοῦ κόσμου καὶ μὲ τὴν καθημερινὴ τους «ἁγία τρέλα» μαρτυροῦν τὴν πίστη τους στὸν Χριστὸ. Ἐμπαίζουν τὴν σοφία τοῦ κόσμου, βεβαιώνοντας τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅτι ὁ Θεὸς «τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο, ἵνα τοὺς σοφοὺς καταισχύνῃ», (Α΄ Κορ.1.27).
Τὸ δεύτερον γνώρισμα εἶναι ἡ διάκριση. Ὁ Μέγας Ἀντώνιος, μὲ τὴ μεγάλη ἀσκητική του πείρα, ἔλεγε: «Πολλοί ἔλιωσαν τὰ σώματά τους στὴν ἄσκηση, ἐπειδή ὅμως δὲν εἶχαν διάκριση, βρέθηκαν μακριά ἀπό τὸν Θεό». Καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέει ὅτι διάκριση εἶναι τὸ «νὰ μπορεῖς ἀνά πᾶσα στιγμή, σὲ κάθε τόπο καὶ σὲ κάθε πρᾶγμα νὰ ξεχωρίζεις ποιὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτό τὸ ἐπιτυγχάνουν ὅσοι ἔχουν καθαρή καρδιά, καθαρό σῶμα καὶ καθαρό στόμα».
Ὁ Ἅγιος Εὐμένιος εἶχε καθαρὴ καρδιὰ, καθαρὸ σῶμα καὶ καθαρό στόμα. Καὶ αὐτή ἡ φυσικὴ διάκριση ποὺ εἶχε τοῦ προσέδιδε τὸν χαρακτηρισμὸ τῆς σοφίας, τῆς συνέσεως καὶ τὴν ἱκανότητα κρίσεως. Ποτέ δὲν φιλοξένησε ἀρνητικοὺς καὶ ἀκάθαρτους λογισμοὺς. Τὰ πάντα γι’ αὐτὸν ἦταν ὄμορφα καὶ ἁγνά.
Τὸ τρίτον γνώρισμα εἶναι ἡ χαρά. Τοῦ πατρὸς Εὐμενίου τὸ πρόσωπο ἦταν πάντοτε φωτεινό καὶ χαρούμενο. Καὶ τὴ χαρά αὐτὴ τὴν ἀντλοῦσε ἀπὸ τὸν πόνο τῆς διακονίας του στοὺς ἀσθενοῦντες ἀπό τήν ἐπάρατη ἀρρώστια.
Ὁ Ἅγιος Εὐμένιος εἶχε τὸ χάρισμα τῶν δακρύων, τῆς χαρᾶς καὶ τῆς εὐλογημένης χαρμολύπης.
Πολλές φορές, μαρτυροῦν ὅσοι ἔζησαν τὸν Ὅσιο ἀπὸ κοντὰ, ἦταν μέσα στὸ Ἱερό προσευχόμενος καὶ συμμετέχοντας σὲ ὅσα διαβάζαμε ἤ ψάλλαμε καὶ τὸν ἀκούαμε νὰ κλαίει. Καὶ ὅταν τέλειωνε ἡ Ἀκολουθία, ἔβγαινε ἔξω ἀπό τὸ Ἱερό καὶ, ἐνῶ ἔβλεπες τὰ μάτια του δακρυσμένα, χαμογελοῦσε.
Καταλάβαινες ὅτι τό χαμόγελο αὐτό ἐξέφραζε τήν ὀμορφιά ἑνός χαριτωμένου ἀνθρώπου, μιᾶς καρδιᾶς γεμάτης ἀπό ὑπερκόσμια χαρά ποὺ ξεχυνόταν καὶ δρόσιζε τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτά τὰ δάκρυα τῆς χαρμολύπης, προσωπικά βιώματα τῆς μετανοίας, τῆς αὐτογνωσίας καὶ τῆς κατανύξεως, ἦταν ποὺ δημιουργοῦσαν στὸν Ἅγιο αὐτή τὴν ἀνέκφραστη, τὴν ἀνεκλάλητη χαρά.
Ἀδελφοί μου,
Ὁ Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ ἀγάπη, μὲ σκοπὸ νὰ συμμετέχει στὴν αἰώνια δόξα Του. Μᾶς καλεῖ ὅλους νὰ γίνουμε συνδαιτημόνες στὸ πασχάλιο δεῖπνο τῆς Βασιλείας Του, «ἔνθα τῶν ἑορταζόντων» ἡ αἰώνια καὶ ἀτελεύτητη χαρά.
Αὐτή ἡ χαρά εἶναι φυτεμένη στὰ κατάβαθα τῆς ὑπάρξεως τοῦ καθενός μας. Αὐτὴ τὴ χαρά λαχταροῦμε καὶ ψάχνουμε μέσα στὶς ψευτοχαρὲς τοῦ κόσμου τούτου. Αὐτὴ τὴ χαρὰ τὴ βρῆκαν οἱ Ἅγιοι μέσα στὸν πόνο μὲ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν καρτερία τους, τὴν ταπείνωση, τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ὑπομονή, γνωρίζοντας ὅτι «ἡ ὑπομονὴ (κατεργάζεται) δοκιμὴν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα», (Ρωμ.5.4,5).
Σήμερα, ποὺ ἀξιωθήκαμε νὰ ἑορτάσομε τὸν Ἅγιό μας, τὸν Ἅγιο Εὐμένιο, τὸν Ἅγιο τῆς χαρᾶς, ἄς προσπαθήσουμε νὰ τὸν μιμηθοῦμε καὶ ἄς τὸν παρακαλέσουμε νὰ ἔρθει κοντά μας, νὰ σπογγίσει τὸ δάκρυ ἀπὸ τὰ μάτια μας, νὰ καθαρίσει ἀπὸ τὴν ἀγωνία καὶ τὸν φόβο τὴν καρδιά μας, νὰ διώξει τὶς σκιὲς ἀπὸ τὰ πάθη μας, τὰ σύννεφα τῆς ὀλιγοπιστίας ἀπὸ τὴν ψυχὴ μας, γιὰ νὰ λάμψει ὁλόφωτος ὁ ἥλιος τῆς χαρᾶς τοῦ Θεοῦ στὴ σκέψη μας καὶ στὴ ζωή μας. Ἀμήν!
† Ὁ Πέτρας καὶ Χερρονήσου
Γεράσιμος