(Λόγος κατά την χειροτονία του Διακόνου Αντωνίου Λιανά εις Πρεσβύτερον, Κυριακή 1ην Δεκεμβρίου 2002, εις τον Ιερόν Ναόν Αγ. Γεωργίου Πόρου Ηρακλείου, υπό του χειροτονήσαντος Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Κνωσού κ Μακαρίου)
Διάκονε Αντώνιε,
Αγαπητοί αδελφοί
Προτροπή και αδεία της Αυτού Σεβασμιότητος του Αρχιεπισκόπου Κρήτης κ. Τιμοθέου, παρίσταμαι σήμερον ενταύθα, για να σου μεταδώσω την του Πρεσβυτέρου της Εκκλησίας Χάριν.
Πρέπει να δοξάσουμε πρώτα από όλα, τον Μεγάλο της Εκκλησίας Αρχιερέα Κύριο Ιησού Χριστό, στον Οποίο θα δανείσω σε λίγο τας ταπεινάς χείρας μου για την επιτέλεση του Ιερού Μυστήριου της Χειροτονίας, εκ της Ουρανίου Χάριτος του Οποίου, θα λάβεις την χάρη της Ιεροσύνης, την ανάβαση στο τόπο, της Ιεράς Συνάξεως των Πρεσβυτέρων της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κρήτης.
Κεχρυσομένη πνευματικώς ως είναι εκ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και δια των Αγίων των αιώνων, αυτή η χάρη της Ιεροσύνης, μας παραπέμπει εξ΄ αφορμής της χειροτονίας σου, ευλαβέστατε άγιε διάκονε, στην ουσία της αποστολής μας.
Αποστολή με τα ανεξίτηλα χαρακτηριστικά της Ιεράς Παραδόσεως και της έως των ημερών μας κυλιόμενης διαχρονικής Εκκλησιαστικής Ιερότητος.
Η αποστολή βεβαίως αυτή δεν δύναται να νοηθεί εξερχόμενη του Μυστήριου του Θεού για να βλέπεται ως μια και μόνο διευθυντική υπηρεσία, αιχμαλωτισμένη στις και όλο και περισσότερο λεγόμενης, άλλοτε λεκτικά και άλλοτε εμπράγματα, διογκούμενης κοινωνικής ευαισθησίας.
Η αποστολή της Ιεροσύνης ως η κατ΄ εξοχήν θυσιαστική μυστηριακή αναφορά στον Τρισάγιο Θεό της Λειτουργίας των ατελεύτητων αιώνων που προετοιμάζουν μέρα με την μέρα την δεύτερη έλευσή Του, δεν κατανοείται υπό της Ορθοδόξου Πνευματολογίας, η προσθήκη σ΄ αυτή, κανενός κοινωνικού στοιχείου που θα ήθέλε να την κάνει μονόπλευρα εξωστρεφή και μυστηριακώς γυμνή, όταν τη συνεργεία του κοσμικού φρονήματος, τοποθετείται αυτονομημένη έξω από το κιβώριο του Αγίου Θυσιαστηρίου.
Από δω, απ΄ αυτό το σημείο, ξεκινά ή ο κατά τον Θεόν έπαινος ή η κατά τον κόσμον κατάκριση.
Ο έπαινος του Θεού. Η ακρόαση από μέρους Του, των κτύπων της καρδιάς, δηλαδή η δόνηση της έσω υπάρξεως του Ιερέως, η πυράκτωσή του, ωσεί το χρώμα της πορφύρας και η έκλαμψή του ωσεί του τιμίου λίθου.
Η κατάκριση του κόσμου. Η ακρόαση και η ενασχόλησή του, μετά του θησαυρισμού των εξωτερικών αισθητηρίων. Η έκταση του σιδερένιου βραχίονα τραβώντας τον Ιερέα πανταχόθεν, προκειμένου δια της επιβαλλόμενης εις αυτόν σιωπούσας παρουσίας του, να επιβεβαιώνει την ιδιόμορφη αθεΐα των πιστών, ήτοι την τραγική εξωφρενική κατάσταση να βλέπεις ζωή πιστών άνευ Θεού, καλυπτόμενη εκ της κατοχής μιας θέσεως στην συνοδεία ενός κληρικού μορφής κενού συμβόλου, που χλομιάζει την θέα του Θεού, αυτό ακριβώς δηλαδή που επιζητεί η ζωή χωρίς Θεό.
Μη ποτέ άγιε διάκονε, απογοητευθείς και προτιμήσεις την καταφυγή σε μια ιερατική διακονία ως την περιγραφείσα ανωτέρω.
Μη ποτέ από την άλλη, για να μη σε κατακρίνει ο κόσμος, για να έχεις τον θαυμασμό του, για να έχεις αβασάνιστη ζωή, πεις στο λογισμό σου, εκείνο το ακατανόητο για πιστό άνθρωπο, που ακούω να λέγεται: “με όλους καλά “, λες και θέλουμε να γίνουμε διαχειριστές των κοσμικών καταστάσεων, ώστε να γυρίζουμε τα λόγια μας αναλόγως των περιστάσεων, χωρίς καρδιακή Πίστη, Εκκλησιαστικό φρόνημα, λειτουργική ολοκλήρωση και ποιμαντική αυτοθυσία.
Μη ποτέ προτιμήσεις την αλλοτριωμένη μορφή των πρεσβευόντων την λεγόμενη “εκσυγχρονισμένη ιεροσύνη”, για να χαρακτηριστείς υπό τινων ως καλός, λες και είμαστε υπάλληλοι μιας εταιρίας που πρέπει να αλλάξει, να κάνει όπως λέγεται σήμερα, όχι στα ελληνικά, άλλα στα αγγλικά, να κάνει “λίφτινγκ” και στα γαλλικά “φασάντ”. κ.ο.κ.
Μη ποτέ όμως και από την άλλη προτιμήσεις την μορφή των πρεσβευόντων την λεγόμενη “παροδοσιολαγνούσα ιεροσύνη”, για να χαρακτηριστείς υπό τινων άλλων ως καλός, λες και είμαστε οπαδοί μιας συγκεκριμένης ομάδος που υπερυψώνοντας τους τύπους άνευ ουσίας, εφησυχάζουν στην επιτέλεση των εξωτερικών πραγμάτων.
Δικαίως θα ερωτήσεις: τι να προτιμήσω; Μηδέν μη έχον Χριστόν, μηδέν μη έχον την ευλογίαν της Εκκλησίας Του, μηδέν αβασάνιστο για να μπορείς να ξεφεύγεις. Κι αν ξεφύγεις σε περιμένει η τυραννική άνοια, που αποδιοργανώνει την λεπτή λειτουργία της Ιερατικής φύσης.
Αυτή η Ιερατική φύση έχει ως κέντρο την καρδιά, ως ένα θα λέγαμε ασταμάτητο νταμάρι, που θραύει πέτρες που τυραννιέται να κάνει το άμορφο, λεπτή πέτρα για οικοδομή, το πετρώδες, βελουδένια άμμο για να ξεχύνεται πάνω της η αύρα της ηρέμου θαλάσσης. Σ΄ αυτή την ήρεμη θάλασσα μετά το κόπο κάθε μέρας να ρίχνεις την κακία. Η κακία είναι μολύβι και όταν ριχτεί στην θάλασσα πηγαίνει στον πυθμένα.
Από την άλλη, έχομε πειστεί πλέον, ότι κανένα διοικητικό μέτρο κοσμικής μορφής δεν μπορεί να διορθώσει την αταξία του διακονούντος την Εκκλησία. Ακριβώς γιατί όταν η καρδιά της Ιερατικής φύσεως σταματήσει, παύει να είναι λειτουργούσα. Χωρίς την Θεία Λειτουργία και την λειτουργούσα καρδία του κληρικού, η φύση του γίνεται σκληρότερη και από το μολύβι, με μοιραία κατάληξη την απόγνωση, την αγνωσία του πόνου, την φυγή του μόχθου και την καταστροφή της ωραιότερης λειτουργίας, της Λειτουργίας των Μυστηρίων του Θεού.
Η Εκκλησία τότε γίνεται θεσμός δίπλα στους άλλους. Βαπτίζει κηδεύει ή και αναμιμνίσκεται, χωρίς όμως την λειτουργία του χαρίσματος που χάριτι Θεού, σε ολίγον θα λάβεις, του χαρίσματος της ανακαινίσεως και ιερολογίας της των πάντων, για να είναι τα Ιερά Μυστήρια μετοχή και όχι συμμετοχή, από το βάπτισμα μέχρι όχι τον πρόσκαιρο θάνατο, αλλά μέχρι την συντέλεια των αιώνων.
Ακόμα επιθυμώ να προσθέσω, ότι το Πανάγιο και Ζωοποιό Άγιον Πνεύμα που δίνει σε όλους μας την πνοή Του για την αποστολή μας, δεν είναι μια εγκόσμια θεότητα που απαιτεί να τις αλλάζουμε την φύση της για να ανακαινίζεται από τις ανθρώπινες λογικές κατηγορίες, δεν πάλιωσε για να το ανακαινίσουν ανθρωπίνως. Αυτό ονομάζεται φυσιολατρία και λατρεία του νατουραλισμού. Ο Παράκλητος, το Πνεύμα της αληθείας εκπορεύεται εκ του Πατρός και δια της ενανθρωπίσεως του Υιού Του, πορεύεται για να προετοιμάσει τον Θρόνο της ετοιμασίας του Εσφαγμένου Αρνίου, τα έσχατα της Εκκλησίας και την κρίση της πορείας της Ιστορίας του πεπτωκότος κόσμου.
Όταν επομένως θα λειτουργείς αυτή την πορεία, η Θεία Λειτουργία θα είναι μια ατελεύτητη αποκάλυψη της Χάριτος του Θεού, που δεν θα σε αφήνει να πέφτεις σε φτηνές μικρότητες, γιατί εσύ θα είσαι ο εισερχόμενος στον σημείο της συνάντησης της κτίσης, του κόσμου και της Δύναμης του Θεού.
Αυτό το σημείο είναι η Αγία Τράπεζα. Αν αφήσεις απαρατήρητη αυτή την συνάντηση, η κατοχύρωση της αποστολής σου θα έλθει από άλλα πράγματα, από την αρά, την εξουσία, την ιεροκρατία, την εγκατάλειψη της βαθυτέρας πρόσληψης του “προσφέρομέν σοι”.
Αυτή η κατάσταση είναι σταυρός άκλαυτος και σταυρός άκλαυτος δεν έχει Γεσθημανή, για να κάτσεις κάτω από τα κλωνάρια της Ελιάς της και να δροσιστείς από τα πεμπόμενα αλλεπάλληλα κύματα της παρουσίας του Θεού και σε κάθε τέτοιο κύμα να μπορείς, πότε να μιλάς με το Θεό, πότε να σιωπάς από το Μυστήριο και πότε να κλαις για να ποτίζεται και να μη ξηρανθεί η υπό του Θεού σε σένα δοσμένη ολκάδα Του.
Εργάζου λοιπόν διάκονε του Θεού εν τω οίκω του Θεού και στην ευλογημένη Ενορία του Αγ. Γεωργίου Πόρου Ηρακλείου και γίνε εσύ ο ίδιος κατά τον λόγο του Θεού “Ελαία κατάκαρπος” (Ψαλμ. 51, 10) για να συναντάσαι με τα κύματα του Θεού.
Η Εκκλησία Του εκτιμούσα την περίπου οκταετή διακονική προσφορά και ενσυνείδητη αφοσίωσή σου μέχρι σήμερα, σε εκλέγει σήμερα για να αναγραφείς στο Ιερό κατάλογο των Πρεσβυτέρων Της και δια τούτο σου απευθύνει το κέλευσμα “προσανάβηθι”.
Μη λησμονήσεις ποτέ ότι το από των ώμων σου κατερχόμενο μετ΄ ου πολύ, διακονικό οράριο για να σχηματισθεί εις Επιτραχήλιο, δια της Αποστολικής Χάριτος της Αρχιερωσύνης, είναι το αιματοβαφέν εκ των Αγίων Ιερομαρτύρων μάκτρο, το δακρύβρεκτο εκ των Οσιοϊερομαρτύρων μανδύλιο, το κύριο τώρα δικό σου όργανο, της ποιμαντικής σου δραστηριότητας, η χαρά της Αγίας Ιερωσύνης.
Να ενθυμάσαι πάντοτε ότι σε ολίγον το επί του τραχήλου σου τοποθετησόμενο Επιτραχήλιο δεν είναι κτήμα σου, δεν είναι δικαίωμα, αλλά χάρις.
Αυτή παιδιόθεν επεθύμισες, αυτή και σου δίδεται. Δωρεάν λαμβάνεις εκ Θεού, δωρεάς να εξαπλώνεις παντού, χάρη και έλεος και όταν οι όνυχες της πονηρίας και ο αρχηγός των διάβολος σε πειράξουν, να φέρεις γενναία στο νου σου, τον λόγο του Προφητάνακτος Δαυίδ: “Εάν παρατάξηται επ΄ εμέ παρεμβολή, ου φοβηθήσεται η καρδία μου εάν επαναστή επ΄ εμέ πόλεμος εν ταύτη εγώ ελπίζω”. (Ψαλμ. 26,3)
“Νήφε εν πάσι, κακοπάθησον, έργον ποίησον ευαγγελιστού”. (Τιμοθ. 2, 4,4)
Σε περιμένει ο χορεία των αγαπητών συνεφημερίων σου, το πολυηγαπημένο υπό σου έναντι ευρισκόμενο πνευματικό κέντρο.
Σε συγχαίρει και σε περιβάλει στοργικώς η Ιερά αυτή σύναξη και οι συνεργάτες αυτής της Ενορίας.
Συγχαίρομε τους γονείς που σε ανέθρεψαν, την ακούραστη διακόνισσά σου, τους οικείους σου και την Ενορία αυτή που σε έθρεψε πνευματικά.
Σημαντική παράλειψη θα ήταν αν ο ομιλών δεν σου εξέφραζε κατά την ώρα ταύτην την βαθύτατη εγκάρδια ευχαριστία του για την άδολη διακονική προφορά σου εις αυτόν. Σήκωσες αγόγγυστα τις ιδιοτροπίες του, τις παρατηρήσεις του, υποβάσταξες την επίπονη ταπεινή διακονία του κατά τα 10 έτη της επί της σκοπιάς της πρωτοσυγγελλίας παραμονής του και συνέχισες μετά ταύτα επί 2 έτη να διακονείς την λειτουργία του Επισκόπου.
Δεν έχεις μόνο ένα ευχαριστώ από τον ομιλούντα, θα έχεις πάντοτε την ταπεινή προσευχή και την ολόθυμη πατρική μου ευχή, του μικρού εμέ και χάριτι Θεού, ελαχίστου εν τοις Αρχιερεύσι.
Αγαπητέ διάκονε Αντώνιε,
Σήκωσε τους οφθαλμούς της ψυχής σου και δες κατά τον λόγον του Κυρίου, “ιδού λέγω υμίν επάρατε τους οφθαλμούς υμών και θεάσασθε τας χώρας, ότι λευκαί εισι προς θερισμόν ήδη …και ο θερίζων μισθόν λαμβάνει…εγώ απέστειλα υμάς θερίζειν”. (Ιωάν. 4, 35-36-38)
Ο Θεός να σε ευλογήσει με τες πρεσβείες του Αγίου Αντωνίου και του Αγίου Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου και πάντων των εν Κρήτη διαλαψάντων Αγίων.
Ας μη αναμένομε άλλο. Σε περιμένει η εκ του Ουρανού χάρις για να σε πορφυρώσει. Εκτείνω τας ταπεινάς χείρας μου επί την κεφαλήν σου και το της Εκκλησίας Άγιο Ωμοφόριο, επικαλούμενος τες πρεσβείες των Αγίων Αποστόλων και Τίτου Πρώτου Επισκόπου Κρήτης, εξ ων έχει η Αρχιεροσύνη την συνέχεια αυτής.
Ας πορευθούμε, το Άγιο Θυσιαστήριο αναμένει.
Είσελθε διάκονε εις την χαράν του Κυρίου σου.
† Ο Κνωσού Μακάριος