Ἡ ἀνακομιδή τῶν ἱ. Λειψάνων τῶν Ἁγ. Δέκα.


pavlosgortinis

Ἅγ. Παῦλος, Ἐπίσκοπος Γορτύνης,
ὁ ὁποῖος ἐτέλεσε τήν ἀνακομιδή τῶν ἱ. Λειψάνων τῶν Ἁγ. Δέκα, τό 312 μ.Χ.,
ἔργο τοῦ κ. Στεφάνου Ἀλπαντάκη.

Σύμφωνα, λοιπόν, μέ τίς πληροφορίες τῆς «Ἀφηγήσεως» τοῦ «Μαρτυρίου» ὁ Ἅγιος Παῦλος Ἐπίσκοπος Γορτύνης ἀμέσως μετά τή λήξη τῶν διωγμῶν καί ἀφοῦ εἶχαν περάσει 60 χρόνια ἀπό τό μαρτύριο τῶν Ἁγίων, μετέβη τό ἔτος 312 μ.Χ. στήν πρωτεύουσα τοῦ Ρωμαϊκοῦ κράτους τή Ρώμη, προκειμένου νά ζητήσει τήν ἄδεια ἀπό τό Μέγα Κωνσταντίνο γιά νά προβεῖ τήν ἀνακομιδή τῶν λειψάνων τῶν Ἁγίων Δέκα. Ὅταν ἐπέστρεψε στήν Κρήτη, ἐνήργησε ἀμέσως τά τῆς ἀνακομιδῆς, πηγαίνοντας στήν περιοχή πού εἶχαν ταφεῖ οἱ Ἅγιοι καί ἡ ὁποία ὀνομαζόταν «Ἀλώνιο» μαζί μέ πλῆθος εὐσεβῶν ἀνδρῶν χριστιανῶν, πολλοί ἀπό τούς ὁποίους εἶχαν παρευρεθεῖ τό 250 μ.Χ. στό μαρτύριο τῶν Ἁγίων. Προφανῶς οἱ ἄνθρωποι αὐτοί θά ἦταν ἤδη μεγάλης ἡλικίας, ἐφόσον ἤδη εἶχαν περάσει 60 χρόνια ἀπό αὐτό. Μερικῶν ἀπό αὐτῶν τῶν ἀνδρῶν τά ὀνόματα, ὁ ἄγνωστος συγγραφέας τοῦ «Μαρτυρίου» ἀναφέρει ὅτι ἔχουν γραφεῖ στούς οὐρανούς καί ἀναφέρονταν κατά τήν ἑορτή τῶν Ἁγίων. Προφανῶς ἐπρόκειτο περί πολύ εὐσεβῶν ἀνθρώπων, τῶν ὁποίων τά ὀνόματα σωζόταν μέχρι τά μέσα τοῦ 6ου αἰώνα, ὁπότε καί ἐγράφη τό σχετικό Μαρτύριο, δηλαδή 200 χρόνια μετά τήν ἀνακομιδή, καί τά ὁποῖα μνημονεύονταν τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῶν Ἁγίων. Δυστυχως σήμερα δέν σώζονται τά ὀνόματα αὐτά.

Κατά τήν ἀνακομιδή τῶν λειψάνων ὁ Ἐπίσκοπος Γορτύνης Ἅγιος Παῦλος βρῆκε ἄφθαρτα τά λείψανα τῶν Ἁγίων Δέκα Μαρτύρων «ὡς ἐν δρόσῳ τά σώματα τῶν ἁγίων μαρτύρων, ἀλώβητα δέ καί ἀκέραια προστάγματι Θεοῦ φυλαχθέντα». Κατόπιν τά μετέφερε στό κοιμητήριο τῆς πόλεως, δηλαδή τῆς Γόρτυνας, τό ὁποῖο βρισκόταν κοντά στήν περιοχή «Ἁλώνιο», ὅπου εἶχαν ταφεῖ οἱ Ἅγιοι. Ὁ ἄγνωστος συγγραφέας τοῦ «Μαρτυρίου» ἀναφέρει ὅτι μέχρι τήν ἐποχή του, δηλαδή τά μέσα περίπου τοῦ 6ου αἰώνα, ἑορταζόταν μέ ἰδιαίτερη λαμπρότητα ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Δέκα, ὄχι μόνο στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου τους, ἀλλά καί σέ κάθε ἐπαρχία τῆς Κρήτης».

Ἀπό τό βιβλίο: «Οἱ Ἁγ. Δέκα Μάρτυρες οἱ ἐν Κρήτῃ 250 μ. Χ.» σελ. 282, τοῦ Ἀρχιμ. Χρυσοστόμου Παπαδάκη.