Εκκλησία προσώπων
Προ ημερών πηγαίνοντας προς την Αρχιεπισκοπή είδα στο δρόμο ένα άνθρωπο να σπεύδει με έκδηλη νοσταλγία και προσμονή προκειμένου να χαιρετήσει ένα άλλο άνθρωπο που περπατούσε λίγο πιο μακριά. Επειδή μου έκαμε εντύπωση η ζέση της συγκεκριμένης κίνησης, παρατήρησα τις εκφράσεις των προσώπων τους. Ξύπνησε μέσα μου ένας άλλος ξεχασμένος κόσμος.
Για μια στιγμή αισθάνθηκα τα πρόσωπα αυτά, την πιο πάνω γνήσια κίνηση του ενός ανθρώπου προς τον άλλο, με τα χαρούμενα αισθήματά της, την εικόνα αυτή, αυθόρμητα να με κυλά προς τα πίσω, όχι στο πολύ πρόσφατο παρελθόν και να επεγείρει εντός μου την σύνθεση μιας άλλης εικόνας καθημερινότητας, την κατάργηση του εγώ και την προσχώρηση στο εμείς.
Αυτό είναι η απόρροια ενός ήθους και ενός ολόκληρου πολιτισμού, σκέφτηκα, που σχηματίστηκε και νοηματοδοτήθηκε από την ελευθερία των προσώπων, αναγόμενη στην συνάντησή τους με τον Θεό και τον άνθρωπο, δομημένη με την κάθε ευεργετική λεπτομέρεια της ζωής, με την χαρά της συνάντησης και της προσμονής του άλλου που μας λείπει.
Αυτόματα όμως επέστρεψε ο λογισμός μου και σε κλάσματα δευτερολέπτου ξαναγύρισα στην σύνθεση των όσων έβλεπα εκείνη την στιγμή γύρω μου: Ανθρώπους σκυθρωπούς, εκφράσεις μετρημένες, βλέμματα υπολογιστικά, μικροχαιρετισμοί αναγκαστικοί, μέσα σε μια διάχυτη δυσπιστία βασανισμένων και προβληματισμένων προσώπων. Μάλιστα με παρέπεμψε στην τρεχάλα άλλων ανθρώπων μεγαλυτέρων κέντρων όπου πολλάκις είχα παρατηρήσει πολλούς από αυτούς να παραμιλούν περπατώντας με σύντροφο την κόλαση της μοναξιάς!
Αναλογίσθηκα όμως: ποια είναι η δική μου ευθύνη και μετοχή για αυτή την κατάσταση; Τι έχει μείνει από την αξιοπρέπεια του ανθρώπινου προσώπου μέσα στις πολύβουες Πόλεις; Και τότε σκέφτηκα ότι με μια ψεύτικη προγονολατρεία ή με μια φολκλορίστικη αναβίωση ενός άχρωμου ήθους σίγουρα αυταπατόμαστε.
Το ήθος του λαού μας γεννήθηκε και στηρίχθηκε στη διαχρονική πορεία του Ορθόδοξου Ελληνικού πνεύματος, της πονεμένης Ρωμιοσύνης, όπως αυτό διατυπώνεται στις εκφράσεις της λατρείας του Θεού, της αλληλεγγύης προς τον άλλον άνθρωπο, της τέχνης και του πολιτισμού, εντελώς βιωματικά. Ουδεμία ανασύσταση όσο καλά κι αν είναι μελετημένη στα εργαστήρια του Αθηναϊκού Κέντρου ή των μικροτέρων δεν μπορεί να φτάσει την γνησιότητα της έκφρασης, ως βιώματος, είτε αυτή πραγματοποιείται ως συνάντηση με το άλλο ή ως αποστροφή προς την κάθε μορφή που έχει παραδοσιακή χροιά για την χάραξη ενός σύγχρονου μοντέλου ζωής με στοιχεία παράδοσης.
Ήλθε στην σκέψη μου η προ πολλών ετών κουβέντα του Γέροντα Μητροπολίτου Κισάμου κ. Ειρηναίου: η Εκκλησία πρέπει να κατέβει στο πεζοδρόμιο και να συναντήσει ξανά τον άνθρωπο. Τότε μερικοί είπαν ότι αυτό εμπεριέχει ένα λαϊκισμό. Μάλιστα για να ισχυροποιήσουν την θέση τους απαριθμούσαν και επιστράτευαν τα εξ καθέδρας διάφορα προνόμια. Το σίγουρο είναι ότι “η εποχή της ανατολικής μακαριότητος παρήλθε ανεπιστρεπτί” Γέρων Χαλκηδόνος Μελίτων.
Η μόνη αποτελεσματική στροφή είναι εκείνη προς την Εκκλησία των προσευχομένων προσώπων, δηλαδή της κοινωνίας – συνάντησης με το Θεό και τον άνθρωπο. Όλοι είμαστε φυσικά μέλη της Εκκλησίας και της Κοινωνίας. Για να γίνουμε όμως από θεσμικά μέλη, μέλη χάριτος και αληθείας, αγωνιούντες άνθρωποι, αληθινά μέλη της Εκκλησίας εκτός από την τήρηση της παράδοσης και την διαφύλαξη των ιερών θεσμών, πρέπει να ψάξουμε ο κάθε ένας την δική του ευθύνη και να ποτίσουμε ξανά το δένδρο του κήπου της αγωνίας της Γεσθημανής με τα δάκρυα της μετανοίας, ως επιστροφή στην αναζήτηση της χαμένης ψυχής μας.
Χωρίς να παραβλέπουμε τι συμβαίνει γύρω μας, καλούμαστε να ενανθρωπιστούμε ως ο Κύριος και να τον αναζητήσουμε μέσα μας και γύρω μας. Είναι αυταπάτη πλέον η καταφυγή στα δεδομένα των αυτοκεφαλισμών. Ως διαίρεση την κατέγραψε η Ιστορία. Μην την επικαλούνται. Αν η ξερή γνώση της Ιστορίας μπορούσε να σώσει τα πράγματα δεν θα χρειαζόταν κανένας αγώνας. Ο δρόμος της έχει προλόγους, κυρίως θέματα και αντιθέσεις. Έχει αρχαίες προσευχόμενες προφυλακές ήθους. Έχει επίσης και ηρωισμούς ήθους, μετάνοιας, εξόδου από την εμμονή του επάρατου επαρχιωτισμού, καταθέσεις ψυχής που σήμερα στενάζει από την αποπροσωποποίηση της.
† Ο Κνωσού Μακάριος
(Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα Ανωγή Ανωγείων 2005)